Πριν από 6 ημέρες
Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009
Εμπνευσμένο
εικόνα από: www.chess-theory.com/images1/71913_traditiona...
Έπαιξα, είπε.
-Τότε ξαναπαίξε, είπε ο θείος του, βγάζοντας μπροστά την άσπρη βασίλισσα. Και πρόσεξε τι κάνεις αυτή τη φορά.
Νόμιζε ότι είχε παίξει, ότι έπαιζε, όταν ήταν η σειρά του.
Αλλά παρακολουθώντας τελικά τις κινήσεις του, κατάλαβε πιο γρήγορα απ' ότι συνήθως πως και αυτή η παρτίδα θα τελείωνε όπως ακριβώς και η προηγούμενη: ώσπου ξαφνικά, ο θείος του μάζεψε όλα τα πιόνια από τη σκακιέρα κι έστησε ένα πρόβλημα μόνο με άλογα, πύργους και δυο στρατιώτες.
-Παύει να είναι παιχνίδι τότε, είπε.
-Τίποτα που μπορεί και καθρεφτίζει όλο το ανθρώπινο πάθος και την ελπίδα και την τρέλα, κι έπειτα τ' αποδείχνει κιόλας, δεν ήταν ποτέ απλώς παιχνίδι", είπε ο θείος του. Παίξε.
Έπαιξα, είπε.
-Τότε ξαναπαίξε, είπε ο θείος του, βγάζοντας μπροστά την άσπρη βασίλισσα. Και πρόσεξε τι κάνεις αυτή τη φορά.
Νόμιζε ότι είχε παίξει, ότι έπαιζε, όταν ήταν η σειρά του.
Αλλά παρακολουθώντας τελικά τις κινήσεις του, κατάλαβε πιο γρήγορα απ' ότι συνήθως πως και αυτή η παρτίδα θα τελείωνε όπως ακριβώς και η προηγούμενη: ώσπου ξαφνικά, ο θείος του μάζεψε όλα τα πιόνια από τη σκακιέρα κι έστησε ένα πρόβλημα μόνο με άλογα, πύργους και δυο στρατιώτες.
-Παύει να είναι παιχνίδι τότε, είπε.
-Τίποτα που μπορεί και καθρεφτίζει όλο το ανθρώπινο πάθος και την ελπίδα και την τρέλα, κι έπειτα τ' αποδείχνει κιόλας, δεν ήταν ποτέ απλώς παιχνίδι", είπε ο θείος του. Παίξε.
Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009
let it be
Ξαναδιάβασα κάμποσες σελίδες από τούτο το "ημερολόγιο". Δεν απορώ πια για τη φαγούρα της εξομολόγησης που με πιάνει ταχτικά κάθε άνοιξη. Εκείνο που κυριαρχεί μέσα μου τούτη τη στιγμή είναι ο στίχος του Καβάφη: "Πώς πέρασαν τα χρόνια".
Η πείρα μου η πιο πικρή του τελευταίου χρόνου: Οι άνθρωποι είναι πιο κακοί απ' όσο προεξοφλούσα. Νόμιζα πως έφτανε να τους πλησιάζεις με καθαρή καρδιά, για να -ύστερα, βέβαια, από βάσανα και απογοητεύσεις- τους αφοπλίσεις. Δεν είναι έτσι. Ώστε στάθηκα έξυπνος και αφελής μαζί; Χαλάλι, θα έλεγα. Έζησα με μια εικόνα του ανθρώπου που με βοήθησε να ζήσω και να χαίρομαι. Αυτό που με τρώει όμως είναι η σκέψη πως η αφέλειά μου θα πληρωθεί μια μέρα από κάποιον, από το παιδί μου. Κι αυτό θα είναι τρομερό.
Η πείρα μου η πιο πικρή του τελευταίου χρόνου: Οι άνθρωποι είναι πιο κακοί απ' όσο προεξοφλούσα. Νόμιζα πως έφτανε να τους πλησιάζεις με καθαρή καρδιά, για να -ύστερα, βέβαια, από βάσανα και απογοητεύσεις- τους αφοπλίσεις. Δεν είναι έτσι. Ώστε στάθηκα έξυπνος και αφελής μαζί; Χαλάλι, θα έλεγα. Έζησα με μια εικόνα του ανθρώπου που με βοήθησε να ζήσω και να χαίρομαι. Αυτό που με τρώει όμως είναι η σκέψη πως η αφέλειά μου θα πληρωθεί μια μέρα από κάποιον, από το παιδί μου. Κι αυτό θα είναι τρομερό.
Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009
ανώριμον
http.farm1.static.flickr.com
Αν κάποιο άλλο αστέρι πρόσμενε; Αν πεταλούδες πλουμιστές ονειρευόταν; Πως θα σιγουρευόταν; Αλήθεια, πως
Μεσάνυχτα. Στον ουρανό τον ήσυχο, το βαθυσκότεινο,
θαμποσβήνουν δειλά, αχνόφωτα τα αστέρια
σ’ άπειρους μαγευτικούς συνδυασμούς, αμέτρητες εξωτικές, παραμυθένιες ζωγραφιές. Αστέρια πολλά. Μυριάδες αστέρια.
Φαναράκια χρυσαφιά, που, με τις τοσοδούλικες τους λάμψεις,
ζωγραφίζουν στα μενεξεδένια βελούδα γαλέρες, γιρλάντες, άτια και κάστρα και θεριά παράξενα.
Εκεί ψηλά, στων αστεριών τον κόσμο που η χλωμόχρυση σελήνη βασιλεύει,
πλανιόταν κάποτε συντροφικά τρία άστρα μικρά, αδέλφια αγαπημένα.
Το πρώτο το ‘λεγαν Αυγερινό, τ’ άλλο Αστραφτερή
και το τρίτο το τελευταίο, που ‘χε την πιο γλυκόθωρη λάμψη απ’ όλα τ’ άλλα αστέρια που το στερέωμα στολίζουν, το ‘λεγαν «Καμάρι τ’ Ουρανού».
Ανέμελα έπαιζαν κρυφτό στα πουπουλένια νέφη,
κυνηγητό με τις φεγγαραχτίδες, που γλιστρούσαν γοργά,
γνέφανε γελαστά, χάνονταν και ξέφευγαν στ’ απλόχωρα ουράνια χαρωπές.
Ώσπου κουράστηκε κάποια νυχτιά το Καμάρι τ’ Ουρανού με τ’ αδέλφια του αντάμα.
Απόκαμε να παίξει. Βαρέθηκε να θαυμάζει το φεγγάρι εκστατικά.
Πεθύμησε σ’ άλλους κόσμους, κόσμους πρωτόγνωρους, αλαργινούς, να ταξιδέψει.
Δεν το χώραγε ο ουρανός, άχαρος και πληχτικός του φαινότανε ο γαλαξίας.- Μη φεύγεις! παρακάλεσε η Αστραφτερή.- Μη μας αφήνεις! κλάφτηκε ο Αυγερινός.
Μα το ‘χε πάρει απόφαση το Καμάρι τ’ Ουρανού. Υπόσχεση του έδωσε πως θα γυρνούσε σίγουρα, προτού η ροδόλουστη αυγούλα ξεπροβάλει, και, μ’ ένα σάλτο ανάλαφρο, αποχαιρέτησε τους συντρόφους του και τις ουράνιες στράτες.
Άρχισε να γλιστρά γοργά στο διάφανο διάστημα, νιώθοντας έναν ίλιγγο μεθυστικό, ίλιγγο που τ’ ανατρίχιαζε, του έκοβε την ανάσα.
Ένα τράνταγμα, μια μαρμαρυγή, κι έπεσε το Καμάρι τ’ Ουρανού στη Γή!
Όταν συνήλθε απ’ την παραζάλη, έφερε το βλέμμα γύρωθε του.
Είχε βυθιστεί σ’ ένα λιβάδι άγνωστο και σκοτεινό,
κι η αχνή του ανάσα φανέρωνε μια ύπαρξη μαγευτική, εκεί κοντά του.
Πλάι του ακριβώς, στην άκρη μίσχου λεπτού,
φύτρωνε ένας ήλιος τοσοδούλης, στεφανωμένος πάλλευκες αχτίδες.
- Ποιος είσαι; μίλησε η μαργαρίτα πρώτη.
- Ένας ταξιδιώτης από το γαλαξία. Εσύ;
- Λουλούδι. Δεν έχεις ξαναδεί;
- Όχι. Από πού έπεσες εδώ;
- Δεν έπεσα. Εδώ έτυχε ν’ αναστηθώ, εδώ, σ’ ένα λιβάδι μυστικό,
να ρουφώ από τη γή πικρούς χυμούς και να προσμένω…
Δε χόρταινε να την κοιτά, να θαυμάζει το φλουράτο κεφαλάκι με τα χαριτωμένα πέταλα,
τον ντελικάτο μίσχο της τον τρυφερό.
Απόμειναν για λίγο σιωπηλοί.
Μόνο τ’ αργοθρόισμα ακουγόταν.
Ύστερα, σιγανή άκουσε τη φωνή της:
Έψαχνες να με βρείς;Έτσι θαρρώ!
Είχε σκύψει πλάι του. Πολύ κοντά του. Ένιωσε το άρωμα της.
Ένα της πέταλο άγγιξε μια χρυσαφιά του ακίδα. Ρίγησαν.
Μια άλικη σπίθα ελαμψε ανάμεσα τους,
κι η ψυχή του ξενιτεμένου αστεριού πλημμύρισε λατρεία τρυφερή για την μαργαρίτα την χλωμή,
που ‘γερνε πλάι του σιγοτρέμοντας, απ’ τη φεγγοβολιά του θαμπωμένη.
Κι εκείνη η κρυσταλλένια νύχτα ήταν μεγάλη, ατέλειωτη,
μ’ ώρες μεθυστικές, αμέτρητες, στιγμές μαγευτικές, ολόδικες τους.
Το βαθυσκότεινο λιβάδι κοιμόταν απέραντο,
ανασαλεύοντας νωχελικά στη μυρωμένη αύρα
Ξάφνου, μια σκιά πέρασε σαν αστραπή απ’ το λιβάδι,
και προτού καλά καλά φανεί, την κατάπιε πάλι το σκοτάδι.
Το αστέρι ένιωσε μια σαΐτα να κεντά τα’ ασημένια του τα φυλλοκάρδια,
και την ίδια τη στιγμή ζήλια μαρτυρική στην ψυχή του να φουντώνει!
Όσο ένιωθε την καλή του αγγελικά να το θωρεί,
αμφιβολία βασανιστική το τυραννούσε, ζήλια για κάθε χορτάρι του απέραντου αγρού,
για κάθε κρυφή της μαργαρίτας σκέψη…
Βαθιά την αγαπούσε. Κι εκείνη το ίδιο άραγε;
Αν καμωνόταν; Αν κάποιο άλλο αστέρι πρόσμενε;
Αν πεταλούδες πλουμιστές ονειρευόταν;
Αν ταξίδευε κι αυτή στα όνειρά της;
Πως θα σιγουρευόταν; Πως θα μάθαινε τα μυστικά της;
Πως;
Τέτοια συλλογιζόταν, όταν τράβηξε με δύναμη ένα πέταλο χιονάτο.
- Μ’ αγαπά, μουρμούρισε όπως τ’ άφηνε να πέσει.
Έπειτα, δισταχτικά τράβηξε ακόμα ένα.
- Δεν μ’ αγαπά, ψέλλισε βραχνά.
- Μη! στέναξε η μαργαρίτα τρέμοντας από πόνο γλυκό, παράπονο, απορία.
Μα μες στη μέθη του τ’ αστέρι, πως θα μάθαινε, όπου να ‘ναι την αλήθεια,
δεν έδωσε στο μαρτύριο της σημασία.
- Μ’ αγαπά: γέλαγε τρισευτυχισμένο.
- Δε μ’ αγαπά! θρηνούσε σκυθρωπό.
Κι ασυλλόγιστα μαδούσε ολοένα τα πέταλα της τα χιονάτα, ένα ένα.
- Γιατί; ψιθύριζε τ’ άδολο ανθάκι λαβωμένο.
Μα τ’ αστέρι δεν την άκουγε, στον οίστρο του παραδομένο.
- Μ’ αγαπά!- Δε μ’ αγαπά!
Πονούσε η μαργαρίτα. Πονούσε πολύ. Με κάθε πέταλο απαλό έφευγε και μια πνοή.
Ώσπου τράβηξε το στερνό της πέταλο τ’ αστέρι.
- Μ’ αγαπά! φώναξε χαρούμενο.
Κι ο αντίλαλος του γύρισε θλιμμένος πίσω.
Σταμάτησε, σκέφτηκε.
Είδε την μαργαρίτα να σκιρτά όλο παράπονο, να ξεψυχά εκεί,
στης λάμψης του την αχνόφωτη αγκαλιά
. Έγειρε αργά αργά, άγγιξε τη χλόη. Της αύρας η πνοή πήρε τα πέταλα, τα σκόρπισε τριγύρω.
Ύστερα, τίποτ’ άλλο πια. Μόνο σκοτάδι.
Κι ολόγυρα, σκούρα, πυκνά χορτάρια απειλητικά.
Τότε μόνο ένιωσε τι της είχε κάνει.
Τρεμόπαιξε για μια στιγμή, στέναξε κι έπαψε ν’ ανασαίνει χρυσαφένιο φως.
Άδικα πρόσμενε ο Αυγερινός. Άδικα τ’ αναζητούσε η Αστραφτερή..
γιατί δε γύρισε το Καμάρι τ’ Ουρανού, όπως είχε υποσχεθεί
Την άλλη μέρα, όταν ροδόλουστη η αυγή απ’ της ανατολής τ’ ασημογάλαζα
ξεπρόβαλε τα τούλια, σ’ απλόχωρο λιβάδι λιόχαδο,
πνιγμένα μες στη δροσερή του αγκάλη,
αφιερωμένο στη roz . απο neli
Για στάσου λίγο μείνε εδώ να κοιταχτούν τα βλέμματά μας
καινούρια γη κ ένα Θεό να βρώ για να στηρίξω τα όνειρά μας
για στάσου λίγο πάρτο αλλιώς γίνε λιγάκι ειλικρινής είμαι λιγάκι δύσπιστος μου λες μα εσύ δεν ξέρεις να ανοιχτείς για στάσου λίγο μη μουτρώνεις δε σου γκρινιάζω να χαρείς μάθε λιγο να υποχωρείς νιώθει η καρδιά μου τόσο μόνη έλα να γίνουμε ένα φωτιά στα φρένα μη το κάνεις θέμα που στο ζητάω γιατί χωρίς εσένα zωή σα ψέμα δεν θέλω άλλο με μέτρο να σαγαπάω για στάσου λίγο τι φοβάσαι παλιές αγάπες μη κοιτάς το παρελθόν σου σε τρομάζει μα εγώ είμαι εδώ για να γελάς μπορεις να κλάψεις κ αν θες για αυτά που χάσαμε οι 2 μας όταν μαλώνουμε λεπίδες οι στιγμές μετρώ στιγμές στο θάνατό μας 2 αντίθετες φωνές συγκρουόμαστε μες το θυμό μας μα σαγαπάω κ μαγαπάς κ έτσι κυλάει το όνειρό μας
refrain...
k αν σου φάνηκαν αυτοί οι μήνες πιο τις πλάκας κ αν φέρθηκα λιγάκι σαν μ΄αλλον εσύτώρα είσαι αλλού είσαι αλλού καρδιά μου ας τους κανόνες σου , σου τρώνε τα χρόνια σου κ χάνεις τη στιγμή κ τώρα εσύ σ΄αλλον μιλάς κ άλλον φιλάς όπως στο΄μαθα εγώ μπροστά να κοιτάς μια φορά μου΄χες πει πολές υποσχέσεις λόγια μείναν μισά μη πεις ποτέ , πες μόνο ένα ξανά πως ίσως μια μέρα, μια μέρα θα΄ρθείς θαφήσεις τα πάντα κοντά θα σταθείς θα μαγγίξεις, κ σα φλασάκι εμείς 2 εραστές αμήχανοι τρόποι κλεφτές ματιές στο ίδιο το μέρος τη πρώτη φορά θα πίνω μια κόκα κ συ σκέτη βότκα ξανά πως άλλαξες τόσο πως άλλαξα εγώ πως άλλαξα λόγια σε ένα λεπτό μου είπες λυπάμαι έτσι ζω κ αγαπώ σ΄αγκάλιασα τόσο τα δάκρυα βουνό μου λέιπεις ακόμα η ψυχή άδειο στρώμα μα εσύ σε άλλο σώμα ξεχνιέσαι αγκαλιά η αγάπη σου στάζει αέρα κ μπάζει μα όλα τα αλλάζει η γλυκειά σου ματιά σε ξέρω ακόμα μου ντύνεσαι επώνυμα κουσούρια ολα μόνιμα μη πίνεις άλλο κάτσε φρόνιμα και τώρα φοβάμαι μη ξεχάσεις αν με δεις άραγε κάπου θα προσπεράσεις τόσο καιρό μακριά απτη ζωή σου η αγκαλιά σου η πιο ωραία φυλακή σου να κλειστώ να σκάσω λίγο να ξεχάσω να μείνει κ ο νους για λίγο ανάπηρος μου λες είμαι άπειρος κ λίγο ανάποδος πολύ αντίλογος κομμάτι αμφίβολος μα εγώ σαγαπάω κ αν αυτό δεν σου φτάνει μάθε λοιπόν πως μέχεις ξεκάνει το βράδυ κοιμάσαι μαποφεύγεις φοβάσαι κ όλο στο ίδιο βαρετό σκηνικό στο κρεβάτι 2 ξένοι ερωτευμένοι χαμένοι σε στυλ δεν βαριέσαι ερωτικό φιλικό κ έχεις τη τάση να με λυτρώνεις γιατί οτι αγαπάς μετά το σκοτώνεις φοβάσαι τα πάντα κ γω προστασία ποιος είναι ο θύτης κ ποιος η λεία κ φτάνει το τέλος το χέρι σου βέλος μου δείχνει το δρόμο μια έξοδο απτο πόνο φεύγοντας κλείσε τη πόρτα μα κι αν ήτανε λάθος ξέρεις καταβάθος σαγαπάω μόνο εγώ
μόνο εγώ στάσου λίγο μη φευγεις...μη φεύγεις....μη.....
καινούρια γη κ ένα Θεό να βρώ για να στηρίξω τα όνειρά μας
για στάσου λίγο πάρτο αλλιώς γίνε λιγάκι ειλικρινής είμαι λιγάκι δύσπιστος μου λες μα εσύ δεν ξέρεις να ανοιχτείς για στάσου λίγο μη μουτρώνεις δε σου γκρινιάζω να χαρείς μάθε λιγο να υποχωρείς νιώθει η καρδιά μου τόσο μόνη έλα να γίνουμε ένα φωτιά στα φρένα μη το κάνεις θέμα που στο ζητάω γιατί χωρίς εσένα zωή σα ψέμα δεν θέλω άλλο με μέτρο να σαγαπάω για στάσου λίγο τι φοβάσαι παλιές αγάπες μη κοιτάς το παρελθόν σου σε τρομάζει μα εγώ είμαι εδώ για να γελάς μπορεις να κλάψεις κ αν θες για αυτά που χάσαμε οι 2 μας όταν μαλώνουμε λεπίδες οι στιγμές μετρώ στιγμές στο θάνατό μας 2 αντίθετες φωνές συγκρουόμαστε μες το θυμό μας μα σαγαπάω κ μαγαπάς κ έτσι κυλάει το όνειρό μας
refrain...
k αν σου φάνηκαν αυτοί οι μήνες πιο τις πλάκας κ αν φέρθηκα λιγάκι σαν μ΄αλλον εσύτώρα είσαι αλλού είσαι αλλού καρδιά μου ας τους κανόνες σου , σου τρώνε τα χρόνια σου κ χάνεις τη στιγμή κ τώρα εσύ σ΄αλλον μιλάς κ άλλον φιλάς όπως στο΄μαθα εγώ μπροστά να κοιτάς μια φορά μου΄χες πει πολές υποσχέσεις λόγια μείναν μισά μη πεις ποτέ , πες μόνο ένα ξανά πως ίσως μια μέρα, μια μέρα θα΄ρθείς θαφήσεις τα πάντα κοντά θα σταθείς θα μαγγίξεις, κ σα φλασάκι εμείς 2 εραστές αμήχανοι τρόποι κλεφτές ματιές στο ίδιο το μέρος τη πρώτη φορά θα πίνω μια κόκα κ συ σκέτη βότκα ξανά πως άλλαξες τόσο πως άλλαξα εγώ πως άλλαξα λόγια σε ένα λεπτό μου είπες λυπάμαι έτσι ζω κ αγαπώ σ΄αγκάλιασα τόσο τα δάκρυα βουνό μου λέιπεις ακόμα η ψυχή άδειο στρώμα μα εσύ σε άλλο σώμα ξεχνιέσαι αγκαλιά η αγάπη σου στάζει αέρα κ μπάζει μα όλα τα αλλάζει η γλυκειά σου ματιά σε ξέρω ακόμα μου ντύνεσαι επώνυμα κουσούρια ολα μόνιμα μη πίνεις άλλο κάτσε φρόνιμα και τώρα φοβάμαι μη ξεχάσεις αν με δεις άραγε κάπου θα προσπεράσεις τόσο καιρό μακριά απτη ζωή σου η αγκαλιά σου η πιο ωραία φυλακή σου να κλειστώ να σκάσω λίγο να ξεχάσω να μείνει κ ο νους για λίγο ανάπηρος μου λες είμαι άπειρος κ λίγο ανάποδος πολύ αντίλογος κομμάτι αμφίβολος μα εγώ σαγαπάω κ αν αυτό δεν σου φτάνει μάθε λοιπόν πως μέχεις ξεκάνει το βράδυ κοιμάσαι μαποφεύγεις φοβάσαι κ όλο στο ίδιο βαρετό σκηνικό στο κρεβάτι 2 ξένοι ερωτευμένοι χαμένοι σε στυλ δεν βαριέσαι ερωτικό φιλικό κ έχεις τη τάση να με λυτρώνεις γιατί οτι αγαπάς μετά το σκοτώνεις φοβάσαι τα πάντα κ γω προστασία ποιος είναι ο θύτης κ ποιος η λεία κ φτάνει το τέλος το χέρι σου βέλος μου δείχνει το δρόμο μια έξοδο απτο πόνο φεύγοντας κλείσε τη πόρτα μα κι αν ήτανε λάθος ξέρεις καταβάθος σαγαπάω μόνο εγώ
μόνο εγώ στάσου λίγο μη φευγεις...μη φεύγεις....μη.....
καλημερα
Η μνήμη των φτωχών είναι ήδη λιγότερο τροφοδοτημένη απο κείνη των πλουσίων, έχει πιο λίγα σημάδια αναγνώρισης του χώρου, γιατί σπάνια εγκαταλείπουν το χώρο όπου ζουν, πιο λίγα επίσης σημάδια αναγνώρισης του χρόνου, σε μια ζωή γκρίζα και μονότονη. Βέβαια, υπάρχει η μνήμη της καρδιάς για την οποία λένε πως είναι η πιο σίγουρη, η καρδιά όμως φθείρεται από τη θλίψη και τη δουλειά, ξεχνά πιο γρήγορα κάτω από το βάρος του μόχθου. Το χαμένο χρόνο ξαναβρίσκουν μόνο οι πλούσιοι. Για τους φτωχούς, απλά σημαδεύει, με ανάλαφρα ίχνη, το δρόμο του θανάτου. Κι ύστερα, γαι να αντέξει πραγματικά κανείς, δεν πρέπει να πολυθυμάται, πρέπει να ζει μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, όπως έκανε η μητέρα του, σίγουρα αναγκασμένη κατά κάποιο τρόπο (...)
Α.Καμυ
Α.Καμυ
Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009
στο χωροχρόνο.
«Αυτός που προχωρεί μέσα στην ομίχλη είναι ο άνθρωπος. Όταν όμως κοιτάζει προς τα πίσω, για να κρίνει τους ανθρώπους του παρελθόντος, δεν βλέπει καμιά ομίχλη στο δρόμο τους. Από το δικό του παρόν, που υπήρξε το δικό τους μακρινό μέλλον, ο δρόμος τους του φαίνεται πεντακάθαρος, ορατός σε όλη του την έκταση. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, ο άνθρωπος βλέπει το δρόμο, βλέπει τους ανθρώπους που προχωρούν, βλέπει τα λάθη τους, μα η ομίχλη δεν είναι πια εκεί»
M.Koύντερα
Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009
Εις μνήμην
ΑΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.
Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Βρέχει χωρίς να βρέχει
όπως όταν σκιά
μας επιστρέφει σώμα.
Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά μου
και πιο μακριά
η κουρασμένη σχέση μου μαζί της.
Έτσι, για να φαινόμαστε πολλοί
Κάθε που μας μετράει το άδειο.
Φυσάει άδειο δωμάτιο.
Πιάνομαι γερά από τον τρόπο μου
που έχω να σαρώνομαι.
Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Κοιτάζεις σαν ερχόμενος
χαμογελάς σαν όχι.
Α ʼνθη αποξηραμένα στο πλάι
σου επαναλαμβάνουν ασταμάτητα
το άκρατο όνομά τους semprevives
semprevives - αιώνιες, αιώνιες
μην τύχει και ξεχάσεις τι δεν είσαι.
Με ρωτάει ο καιρός
από πού θέλω να περάσει
που ακριβώς τονίζομαι
στο γέρνω ή στο γερνώ.
Αστειότητες.
Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία.
Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Όπως βρέχει χωρίς να βρέχει. ...
Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα.
Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Βρέχει χωρίς να βρέχει
όπως όταν σκιά
μας επιστρέφει σώμα.
Κάθομαι εδώ και κάθομαι.
Εγώ εδώ, απέναντι η καρδιά μου
και πιο μακριά
η κουρασμένη σχέση μου μαζί της.
Έτσι, για να φαινόμαστε πολλοί
Κάθε που μας μετράει το άδειο.
Φυσάει άδειο δωμάτιο.
Πιάνομαι γερά από τον τρόπο μου
που έχω να σαρώνομαι.
Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Κοιτάζεις σαν ερχόμενος
χαμογελάς σαν όχι.
Α ʼνθη αποξηραμένα στο πλάι
σου επαναλαμβάνουν ασταμάτητα
το άκρατο όνομά τους semprevives
semprevives - αιώνιες, αιώνιες
μην τύχει και ξεχάσεις τι δεν είσαι.
Με ρωτάει ο καιρός
από πού θέλω να περάσει
που ακριβώς τονίζομαι
στο γέρνω ή στο γερνώ.
Αστειότητες.
Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία.
Νέα σου δεν έχω.
Η φωτογραφία σου στάσιμη.
Όπως βρέχει χωρίς να βρέχει. ...
Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009
τι να πω
ΟΙ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΕΣ ΚΑΛΗΜΕΡΕΣ
Ἄρχισε ψύχρα.
Τὸ γύρισε ὁ καιρὸς σὲ ἀναχώρηση.
Ἡ πρώτη μέρα τοῦ Σεπτέμβρη
ξοδεύτηκε σὲ κάποια ὑδρορροή.
Ὡς χθὲς ἀκόμα ὅλα ἔρχονταν.
Ζέστες, ἡ διάθεση γιὰ φῶς
λόγια, πουλιά,
πλαστογραφία ζωῆς.
Γονιμοποιοῦνταν κάθε βράδυ τὰ φεγγάρια,
πολλοὶ διάττοντες ἔρωτες
ᾖρθαν στὸν κόσμο τὸν περασμένο μήνα.
Τώρα ἡ γνωστὴ ψύχρα
κι ὅλα νὰ φεύγουν.
Ζέστες, πουλιά, ἡ διάθεση γιὰ φῶς.
Φεύγουν τὰ πουλιά,
ἀκολουθοῦν τὰ λόγια
ἡ μία ἐρήμωση τραβάει πίσω της τὴν ἄλλη
μὲ λύπη αὐτοδίδακτη.
Ἤδη ἀποσυνδέθηκε τὸ φῶς ἀπὸ τὴν ἐπανάπαυση
κι ἀπὸ τὶς καλημέρες σου.
Τὰ παράθυρα ἐνδίδουν.
Τὸ χέρι τοῦ μεταβλητοῦ κλείνει τὰ τζάμια,
ἄλλοι λὲν ὡς τὴν ἄνοιξη,
ἄλλοι φοβοῦνται διὰ βίου.
Κι ἐσὺ τί κάθεσαι;
Καιρὸς νὰ μπεῖς κι ἐσὺ στὰ ἀλλαγμένα.
Νὰ γίνεις ὅτι ἀναρωτιόμουν πέρυσι:
«ποιὸς ξέρει τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο;».
Καιρὸς νὰ γίνεις «τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο».
Ἄρχισε ψύχρα.
Ρῖξε στὴν πλάτη σου ἕνα ροῦχο ἀποδημίας.
Ἄρχισε ψύχρα.
Τὸ γύρισε ὁ καιρὸς σὲ ἀναχώρηση.
Ἡ πρώτη μέρα τοῦ Σεπτέμβρη
ξοδεύτηκε σὲ κάποια ὑδρορροή.
Ὡς χθὲς ἀκόμα ὅλα ἔρχονταν.
Ζέστες, ἡ διάθεση γιὰ φῶς
λόγια, πουλιά,
πλαστογραφία ζωῆς.
Γονιμοποιοῦνταν κάθε βράδυ τὰ φεγγάρια,
πολλοὶ διάττοντες ἔρωτες
ᾖρθαν στὸν κόσμο τὸν περασμένο μήνα.
Τώρα ἡ γνωστὴ ψύχρα
κι ὅλα νὰ φεύγουν.
Ζέστες, πουλιά, ἡ διάθεση γιὰ φῶς.
Φεύγουν τὰ πουλιά,
ἀκολουθοῦν τὰ λόγια
ἡ μία ἐρήμωση τραβάει πίσω της τὴν ἄλλη
μὲ λύπη αὐτοδίδακτη.
Ἤδη ἀποσυνδέθηκε τὸ φῶς ἀπὸ τὴν ἐπανάπαυση
κι ἀπὸ τὶς καλημέρες σου.
Τὰ παράθυρα ἐνδίδουν.
Τὸ χέρι τοῦ μεταβλητοῦ κλείνει τὰ τζάμια,
ἄλλοι λὲν ὡς τὴν ἄνοιξη,
ἄλλοι φοβοῦνται διὰ βίου.
Κι ἐσὺ τί κάθεσαι;
Καιρὸς νὰ μπεῖς κι ἐσὺ στὰ ἀλλαγμένα.
Νὰ γίνεις ὅτι ἀναρωτιόμουν πέρυσι:
«ποιὸς ξέρει τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο;».
Καιρὸς νὰ γίνεις «τ᾿ ἄλλο μου φθινόπωρο».
Ἄρχισε ψύχρα.
Ρῖξε στὴν πλάτη σου ἕνα ροῦχο ἀποδημίας.
οι αιώνες λένε
Ο ανώτερος άνθρωπος σε καθετι καταβάλλει την ύψιστη προσπάθεια.
Η ανθρώπινη φύση μισεί καθετι που υπερέχει
Οι ανόητοι και οι έξυπνοι είναι αβλαβείς. βλάπτουν μόνο οι μισοηλίθιοι και οι ημιμαθείς.
Τα λάθη μιας μεγαλοφυίας έχουν περισσότερο νόημα, απόσο οι αλήθειες ενός μέτριου μυαλού.
η βλακεία μπαίνει μπροστα για να την βλέπουν όλοι, ενώ η σοφία μένει πίσω για να τους βλέπει όλους.
Η ανθρώπινη φύση μισεί καθετι που υπερέχει
Οι ανόητοι και οι έξυπνοι είναι αβλαβείς. βλάπτουν μόνο οι μισοηλίθιοι και οι ημιμαθείς.
Τα λάθη μιας μεγαλοφυίας έχουν περισσότερο νόημα, απόσο οι αλήθειες ενός μέτριου μυαλού.
η βλακεία μπαίνει μπροστα για να την βλέπουν όλοι, ενώ η σοφία μένει πίσω για να τους βλέπει όλους.
Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009
τη γλωσσα μου εδωσαν ελληνικη
Θεωρίες για τη θέση της γλώσσας στην κοινωνία
Η γλώσσα σαν κοινωνικό φαινόμενο είναι ένα δημοφιλές θέμα για προβληματισμό από αρχαιοτάτων χρόνων. Η εξέχουσα θέση της γλώσσας ανάμεσα στις εκδηλώσεις του ανθρώπινου πνεύματος και ο καταλυτικός της ρόλος στην διαμόρφωση των κοινωνικών δομών και σχέσεων κεντρίζει την περιέγεια της εκάστοτε διανόησης -και όχι μόνο. Για την γλώσσα κυριολεκτικά υπάρχουν αναρίθμητες απόψεις, οπτικές και κρίσεις. Από την αρχαιότητα διάφοροι φιλόσοφοι προσπάθησαν να διακρίνουν την φύση της και να προσδιορίσουν τον ακριβή της ρόλο.
Βέβαια πρώτη από όλες ασχολήθηκε η θρησκεία με το φαινόμενο της γλώσσας. Ο μύθος του πύργου της Βαβέλ δεν είναι ο μόνος σχετικός με τη γλώσσα. Σχεδόν κάθε θρησκεία έχει και από ένα μύθο που περιγράφει την διαδικασία απόκτησης/εφεύρεσης της γλώσσας αλλά και της γραφής. Ο μύθος της Βαβέλ, στα πρότυπα του οποίου κινούνται και οι μύθοι πολλών ευρωπαϊκών και μη λαών, έχει δυο βασικές συνισταμένες οι οποίες εν πολλοίς επανεμφανίζονταν σε πολλές διαδεδομένες θεωρίες μέχρι και τον 19ο αιώνα.
Συγκεκριμένα από την ιστορία της Βαβέλ προκύπτουν δυο "αλήθειες". Πρώτον ότι η υπήρχε η μια, η αληθινή γλώσσα του θεού της οποίας οι όροι απέδιδαν ακριβώς το νόημα των σημαινόμένων. Αυτή η γλώσσα χάθηκε εξαιτίας της ύβρεως των ανθρώπων και πλέον οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να χρησιμοποιούν πολλά, διαφορετικά μεταξύ τους "κακέκτυπα" της γλώσσας αυτής. Δεύτερον υποδηλώνεται η πεποίθηση ότι το περιβάλλον του ανθρώπου και γενικά ο κόσμος των εμπειριών του γίνεται αντιληπτός με τον ίδιο τρόπο από όλους απλά η κάθε γλώσσα αποδίδει διαφορετικά και με διαφορετική επάρκεια αυτό το περιβάλλον. Αυτή η πεποίθηση αν απλώς υποδηλώνεται στον μύθο της Βαβέλ, τότε γίνεται φανερή στην Γένεση όπου εμφανίζεται ο θεός να καλεί τον Αδάμ να ονοματοθετήσει τα ζώα. Αλλά και στην ελληνική μυθολογία εμφανίζεται το ίδιο μοτίβο της ονοματοθεσίας με τον μύθο του Προμηθέα. Γνωστή είναι βέβαια και η ανάλυση του Πλάτωνα στην Πολιτεία του, όπου η γλώσσα αντιμπετωπίζεται ως ένας ταξινομητικός κατάλογος σταθερών και απαράλλαχτων εννοιών (των ιδεών).
Αυτή η αντίληψη πλέον έχει εγκαταλειφθεί σχεδόν από τη στιγμή της γέννησης της γλωσσολογίας. Πλέον η γλώσσα αντιμετωπίζεται από μεγάλη μερίδα αναλυτών ως καθρέφτης της κοινωνίας που την χρησιμοποιεί και την διαμορφώνει. Η σχέση όμως αυτή είναι αμφίδρομη- δηλαδή σύμφωνα με κάποιους (δόγμα Sapir-Whorf) και η ίδια η γλώσσα που χρησιμοποιούμε πολλές φορές καθορίζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Αν συνοπολογιστεί και το γεγονός ότι κάθε γλώσσα θεωρείται καταρχήν ως η καταλληλότερη για τους ομιλητές της τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η γλώσσα συνδέεται άμεσα με τις κοινωνικές συνθήκες που τη γεννούν.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η παραπάνω θέση θα παρατεθούν δυο παραδείγματα. Το πρώτο παράδειγμα αφορά την αντίληψη των χρωμάτων. Yπάρχουν πολλές γλώσσες οι οποίες δεν έχουν λέξη για το κόκκινο, άλλες για το κίτρινο κτλ. Μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι η αναγνώριση χρωμάτων ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες. Το γεγονός λοιπόν ότι μια γλώσσα δεν έχει λέξη για το κόκκινο δεν σημαίνει ότι είναι "πρωτόγονη" ή ότι είναι λειψή αλλά ότι δεν χρειάζεται να έχει λέξη για το κόκκινο. Η κοινότητα που χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη γλώσσα δεν ένιωσε την ανάγκη να ξεχωρίσει το συγκεκριμένο χρώμα και πολύ απλά το "συγχέει" με ένα άλλο (όπως στην ελλάδα δεν έχουμε ξεχωριστή λέξη για το λαχανί που έχει ένα λάχανο μόλις αρχίσει να σαπίζει και το "συγχέουμε" με το κανονικό λαχανί). Η συγκεκριμένη ιδιαιτερότητα λοιπόν της γλώσσας αφενός οφείλεται στις κοινωνικές συνθήκες (που δεν ευνοούν την διάκριση του κόκκινου) αλλά επηρεάζει και την αντίληψη των μελλοντικών ομιλητών καθώς πλέον δεν μαθαίνουν να ξεχωρίζουν το κόκκινο.
Ένα λιγότερο ακραίο παράδειγμα αφορά το λεξιλόγιο των Εσκιμώων για το χιόνι. Ενώ οι ελληνικές λέξεις για τα καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με την χιονόπτωση περιορίζονται στις 5-6 (χιόνι, χιονόνερο, χιονοθύελλα κτλ), στην εσκιμώικη γλώσσα λέγεται ότι υπάρχουν 25 διαφορετικοί όροι για την χιονόπτωση. Αυτή η "έλλειψη" λοιπόν της ελληνικής πιθανότατα οφείλεται στο κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα και στις επικοινωνιακές ανάγκες που απορρέουν από αυτό.
Η σύγχρονη δομιστική αντίληψη λοιπόν που κυριαρχεί για τη γλώσσα και για τη σχέση με τον αισθητό κόσμο είναι η εξής: το περιβάλλον γύρω μας είναι ένα τεράστιο συνεχές το οποίο εμείς με την βοήθεια της γλώσσας κατανέμουμε και κατηγοριοποιούμε. Η γλώσσα δεν έρχεται απλά να ονοματοθετήσει ήδη διαμορφωμένες κατηγορίες και ταξινομήσεις αλλά συμβάλλει και αυτή στην ταξινόμηση των εμπειριών μας.
Το μεταβλητό του γλωσσικού σημείου/γλωσσική μεταβολή
Η γλωσσική μεταβολή είναι ένα ακόμα εγγενές χαρακτηριστικό της ανθρώπινης γλώσσας. Η γλωσσική μεταβολή είναι καθολική για κάθε ζωντανή φυσική γλώσσα και δεν πρέπει να αξιολογείται ούτε ως θετική ούτε ως αρνητική, αλλά ως αναπόφευκτη εξέλιξη. Έτσι, οποιεσδήποτε αξιολογικές αντιλήψεις και απόψεις σχετικά με την αλλαγή μιας γλώσσας δεν οφείλονται σε γλωσσολογικά δεδομένα αλλά σε ιδεολογίες, κοινωνικές, εθνικές κτλ.
Η γλωσσική αλλαγή οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, οι οποίοι θα μπορούσαν να διακριθούν σε εξωτερικούς και εσωτερικούς. Ως αλλαγές οφειλόμενες σε εξωτερικούς παράγοντες θα μπορούσαν να θεωρηθούν αλλάγες που πηγάζουν από αλληλεπιδράσεις μεταξύ δύο γλωσσών. Ο συνηθέστερος τρόπος για να επηρεάσει μια γλώσσα την άλλη είναι ο δανεισμός. Για παράδειγμα μπορούμε να πούμε ότι η γλωσσική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αποδίδεται η έννοια "σπίτι" στα ελληνικά, δηλαδή η σταδιακή αντικατάσταση της λέξης <οίκος>/<οικία> με τη λέξη <σπίτι> οφείλεται στην επίδραση της λατινικής (συγκεκριμένα της λέξης hospitium).
Συχνά, όμως, τα αίτια της γλωσσικής μεταβολής εντοπίζονται εσωτερικά, μέσα στο ίδιο το σύστημα μιας γλώσσας. Το γεγονός δηλαδή ότι ο νεοέλληνας διαβάζει την λέξη "ειρήνη" ως /i'rini/ ενώ ο αρχαίος έλληνας θα την διάβαζε ως /eirεέnεε/ οφείλεται στον εσωτερικό παράγοντα της αλλαγής στο φωνητικό σύστημα της ελληνικής. Η αδυναμία της γλώσσας να αντισταθεί στην γλωσσική μεταβολή, στη μεταβολή τόσο της φωνητικής αναπαράστασης της ίδιας σημασίας, όσο και της σημασιοδότησης της ίδιας μορφής, αποτελεί απόρροια, αλλά και απόδειξη, της συμβατικότητας του γλωσσικού σημείου.
Απο Βικιπαιδεια
Η γλώσσα σαν κοινωνικό φαινόμενο είναι ένα δημοφιλές θέμα για προβληματισμό από αρχαιοτάτων χρόνων. Η εξέχουσα θέση της γλώσσας ανάμεσα στις εκδηλώσεις του ανθρώπινου πνεύματος και ο καταλυτικός της ρόλος στην διαμόρφωση των κοινωνικών δομών και σχέσεων κεντρίζει την περιέγεια της εκάστοτε διανόησης -και όχι μόνο. Για την γλώσσα κυριολεκτικά υπάρχουν αναρίθμητες απόψεις, οπτικές και κρίσεις. Από την αρχαιότητα διάφοροι φιλόσοφοι προσπάθησαν να διακρίνουν την φύση της και να προσδιορίσουν τον ακριβή της ρόλο.
Βέβαια πρώτη από όλες ασχολήθηκε η θρησκεία με το φαινόμενο της γλώσσας. Ο μύθος του πύργου της Βαβέλ δεν είναι ο μόνος σχετικός με τη γλώσσα. Σχεδόν κάθε θρησκεία έχει και από ένα μύθο που περιγράφει την διαδικασία απόκτησης/εφεύρεσης της γλώσσας αλλά και της γραφής. Ο μύθος της Βαβέλ, στα πρότυπα του οποίου κινούνται και οι μύθοι πολλών ευρωπαϊκών και μη λαών, έχει δυο βασικές συνισταμένες οι οποίες εν πολλοίς επανεμφανίζονταν σε πολλές διαδεδομένες θεωρίες μέχρι και τον 19ο αιώνα.
Συγκεκριμένα από την ιστορία της Βαβέλ προκύπτουν δυο "αλήθειες". Πρώτον ότι η υπήρχε η μια, η αληθινή γλώσσα του θεού της οποίας οι όροι απέδιδαν ακριβώς το νόημα των σημαινόμένων. Αυτή η γλώσσα χάθηκε εξαιτίας της ύβρεως των ανθρώπων και πλέον οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να χρησιμοποιούν πολλά, διαφορετικά μεταξύ τους "κακέκτυπα" της γλώσσας αυτής. Δεύτερον υποδηλώνεται η πεποίθηση ότι το περιβάλλον του ανθρώπου και γενικά ο κόσμος των εμπειριών του γίνεται αντιληπτός με τον ίδιο τρόπο από όλους απλά η κάθε γλώσσα αποδίδει διαφορετικά και με διαφορετική επάρκεια αυτό το περιβάλλον. Αυτή η πεποίθηση αν απλώς υποδηλώνεται στον μύθο της Βαβέλ, τότε γίνεται φανερή στην Γένεση όπου εμφανίζεται ο θεός να καλεί τον Αδάμ να ονοματοθετήσει τα ζώα. Αλλά και στην ελληνική μυθολογία εμφανίζεται το ίδιο μοτίβο της ονοματοθεσίας με τον μύθο του Προμηθέα. Γνωστή είναι βέβαια και η ανάλυση του Πλάτωνα στην Πολιτεία του, όπου η γλώσσα αντιμπετωπίζεται ως ένας ταξινομητικός κατάλογος σταθερών και απαράλλαχτων εννοιών (των ιδεών).
Αυτή η αντίληψη πλέον έχει εγκαταλειφθεί σχεδόν από τη στιγμή της γέννησης της γλωσσολογίας. Πλέον η γλώσσα αντιμετωπίζεται από μεγάλη μερίδα αναλυτών ως καθρέφτης της κοινωνίας που την χρησιμοποιεί και την διαμορφώνει. Η σχέση όμως αυτή είναι αμφίδρομη- δηλαδή σύμφωνα με κάποιους (δόγμα Sapir-Whorf) και η ίδια η γλώσσα που χρησιμοποιούμε πολλές φορές καθορίζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Αν συνοπολογιστεί και το γεγονός ότι κάθε γλώσσα θεωρείται καταρχήν ως η καταλληλότερη για τους ομιλητές της τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η γλώσσα συνδέεται άμεσα με τις κοινωνικές συνθήκες που τη γεννούν.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η παραπάνω θέση θα παρατεθούν δυο παραδείγματα. Το πρώτο παράδειγμα αφορά την αντίληψη των χρωμάτων. Yπάρχουν πολλές γλώσσες οι οποίες δεν έχουν λέξη για το κόκκινο, άλλες για το κίτρινο κτλ. Μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι η αναγνώριση χρωμάτων ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες. Το γεγονός λοιπόν ότι μια γλώσσα δεν έχει λέξη για το κόκκινο δεν σημαίνει ότι είναι "πρωτόγονη" ή ότι είναι λειψή αλλά ότι δεν χρειάζεται να έχει λέξη για το κόκκινο. Η κοινότητα που χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη γλώσσα δεν ένιωσε την ανάγκη να ξεχωρίσει το συγκεκριμένο χρώμα και πολύ απλά το "συγχέει" με ένα άλλο (όπως στην ελλάδα δεν έχουμε ξεχωριστή λέξη για το λαχανί που έχει ένα λάχανο μόλις αρχίσει να σαπίζει και το "συγχέουμε" με το κανονικό λαχανί). Η συγκεκριμένη ιδιαιτερότητα λοιπόν της γλώσσας αφενός οφείλεται στις κοινωνικές συνθήκες (που δεν ευνοούν την διάκριση του κόκκινου) αλλά επηρεάζει και την αντίληψη των μελλοντικών ομιλητών καθώς πλέον δεν μαθαίνουν να ξεχωρίζουν το κόκκινο.
Ένα λιγότερο ακραίο παράδειγμα αφορά το λεξιλόγιο των Εσκιμώων για το χιόνι. Ενώ οι ελληνικές λέξεις για τα καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με την χιονόπτωση περιορίζονται στις 5-6 (χιόνι, χιονόνερο, χιονοθύελλα κτλ), στην εσκιμώικη γλώσσα λέγεται ότι υπάρχουν 25 διαφορετικοί όροι για την χιονόπτωση. Αυτή η "έλλειψη" λοιπόν της ελληνικής πιθανότατα οφείλεται στο κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα και στις επικοινωνιακές ανάγκες που απορρέουν από αυτό.
Η σύγχρονη δομιστική αντίληψη λοιπόν που κυριαρχεί για τη γλώσσα και για τη σχέση με τον αισθητό κόσμο είναι η εξής: το περιβάλλον γύρω μας είναι ένα τεράστιο συνεχές το οποίο εμείς με την βοήθεια της γλώσσας κατανέμουμε και κατηγοριοποιούμε. Η γλώσσα δεν έρχεται απλά να ονοματοθετήσει ήδη διαμορφωμένες κατηγορίες και ταξινομήσεις αλλά συμβάλλει και αυτή στην ταξινόμηση των εμπειριών μας.
Το μεταβλητό του γλωσσικού σημείου/γλωσσική μεταβολή
Η γλωσσική μεταβολή είναι ένα ακόμα εγγενές χαρακτηριστικό της ανθρώπινης γλώσσας. Η γλωσσική μεταβολή είναι καθολική για κάθε ζωντανή φυσική γλώσσα και δεν πρέπει να αξιολογείται ούτε ως θετική ούτε ως αρνητική, αλλά ως αναπόφευκτη εξέλιξη. Έτσι, οποιεσδήποτε αξιολογικές αντιλήψεις και απόψεις σχετικά με την αλλαγή μιας γλώσσας δεν οφείλονται σε γλωσσολογικά δεδομένα αλλά σε ιδεολογίες, κοινωνικές, εθνικές κτλ.
Η γλωσσική αλλαγή οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, οι οποίοι θα μπορούσαν να διακριθούν σε εξωτερικούς και εσωτερικούς. Ως αλλαγές οφειλόμενες σε εξωτερικούς παράγοντες θα μπορούσαν να θεωρηθούν αλλάγες που πηγάζουν από αλληλεπιδράσεις μεταξύ δύο γλωσσών. Ο συνηθέστερος τρόπος για να επηρεάσει μια γλώσσα την άλλη είναι ο δανεισμός. Για παράδειγμα μπορούμε να πούμε ότι η γλωσσική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αποδίδεται η έννοια "σπίτι" στα ελληνικά, δηλαδή η σταδιακή αντικατάσταση της λέξης <οίκος>/<οικία> με τη λέξη <σπίτι> οφείλεται στην επίδραση της λατινικής (συγκεκριμένα της λέξης hospitium).
Συχνά, όμως, τα αίτια της γλωσσικής μεταβολής εντοπίζονται εσωτερικά, μέσα στο ίδιο το σύστημα μιας γλώσσας. Το γεγονός δηλαδή ότι ο νεοέλληνας διαβάζει την λέξη "ειρήνη" ως /i'rini/ ενώ ο αρχαίος έλληνας θα την διάβαζε ως /eirεέnεε/ οφείλεται στον εσωτερικό παράγοντα της αλλαγής στο φωνητικό σύστημα της ελληνικής. Η αδυναμία της γλώσσας να αντισταθεί στην γλωσσική μεταβολή, στη μεταβολή τόσο της φωνητικής αναπαράστασης της ίδιας σημασίας, όσο και της σημασιοδότησης της ίδιας μορφής, αποτελεί απόρροια, αλλά και απόδειξη, της συμβατικότητας του γλωσσικού σημείου.
Απο Βικιπαιδεια
Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009
για τις υποψήφιες βουλευτίνες του νομού μας
Στο παραγώνι η μάνα καθισμένη : στο πεζούλι δυο μάτια τρέχουν, φευγαλέα κινούνται στο σπίτι, κατεβαίνουν στο δρόμο, στρίβουν στη γωνία, ψάχνουν… Κάτω στο δρόμο η γυναίκα παλεύει.
Ενώνει τη φωνή της με την άλλη δίπλα της , της πιάνει το χέρι, το σηκώνει ψηλά, ονειρεύεται έναν κόσμο άλλον, άλλα χρώματα, άλλες ιδέες… Στην Ινδιάνικη καλύβα ή στο πολυτελές διαμέρισμα στο κέντρο του κόσμου, στο χωματόδρομο ή την αστραφτερή λεωφόρο, η γυναίκα το ίδιο πράγμα έχει στα μάτια της. Εκείνη στη γωνία με το φόβο στην καρδιά και την ελπίδα στα μάτια κι η άλλη που διεκδικεί κι αγωνίζεται, που παλεύει για το δίκιο της και μες στην αντάρα και τη βουή το χάνει, η γυναίκα στη Βολιβία, το Περού, τα Ιμαλάϊα, την Αρμενία, την ακτή του Ελεφαντοστού, την Ινδία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, η γυναίκα με το γδαρμένο πρόσωπο, τα ξέπλεκα μαλλιά, τα ροζιασμένα χέρια, με τη μπούργκα, το μαντήλι, ή το τσαντόρ στο κεφάλι, κι η άλλη με το καθάριο πρόσωπο, τα αφράτα χέρια, που μπορεί να μην έπλυναν ποτέ, και να μη φόρεσε ποτέ το ίδιο ρούχο, η γυναίκα- οπτασία, πιο πέρα κι απ’ την πριγκίπισσα του παραμυθιού, κι η μια και η άλλη, στο βάθος τους την ίδια αγωνία βιώνουν. Για κείνο που φύλαξε η μήτρα τους πονάνε και τη θυσία μόνο για τούτο λογαριάζουν…
Σημείο αναφοράς μας το παιδί μας … Ο αγώνας γι’ αυτό δεν σταματά ποτέ, δεν γνωρίζει σύνορα, δεν αλλάζει με τις εποχές, τα χρόνια, τους τόπους, τους ανθρώπους… Ίδια η αγωνία της Πηνελόπης όταν περίμενε να γυρίσει ο Τηλέμαχος στο σπίτι, με της Παλαιστίνιας μάνας, της Κύπριας μάνας, της Αφγανής, που το περίμενε και τ’ αναζήτησε στη λίστα των αγνοούμενων και κείνων που δεν βρέθηκαν ποτέ… Οι ισχυροί του κόσμου μετρούν την αξία με αριθμούς στο χαρτί και γραμμές στο χάρτη. Η μάνα τη ζυγιάζει με της ψυχής το πλάτεμα , μ’ αγάπη και μ’ ελπίδα. Πόσο κοστίζει ένας πόλεμος, τι κέρδος αφήνει; Ένας νεκρός είναι ακόμα μια μάνα στέρφα, μι’ αγκαλιά γυμνή , ένα όνειρο που στράγγιξαν τραπεζικά ομόλογα και σχέδια εξουσιας. Κι όμως, η νέα επανάσταση θα γίνει για την αγάπη και τη μοιρασιά. Να μην πετάνε οι μισοί του κόσμου, όταν οι άλλοι δεν έχουν να φάνε. Να ξαναζυγιαστεί ο κόσμος με τη λογική και την καρδιά, να μην περισσεύει σε κάποιους η πρώτη και να μην υπάρχει στάλα από τη δεύτερη. Να μην στερεύουν οι ψυχές των ανθρώπων και να μην ντρέπονται να λένε «αισθάνομαι», «πονάω» , «αγαπάω».
Χαρά Κοσεγιάν, δ.φ.
Φιλόλογος- συγγραφέας
Βιωμα
Είναι ένα ισχυρό μπακράουντ το βίωμα, αλλά είναι εξίσου δείγμα ισχυρής προσωπικότητας που δομεί ο καθένας, η μετατροπή των εικόνων κι επιρροών της παιδικής ηλικίας, ανάλογα με την καλλιέργεια και την άσκηση του πνεύματος, κι όχι μένοντας ή εμμένοντας στις παρορμήσεις της βιωματικής δομής των παιδικών χρόνων.
Συχνά ακούμε την έκφραση: δεν φταίει, πέρασε άσχημα παιδικά χρόνια. Πλήν των οριακών, ακραίων καταστάσεων,(απώλειες, πόλεμοι κλπ) οι οποίες δημιουργούν ανεπούλωτα ελλείμματα και τυφλά σημεία που δεν φωτίζονται με τίποτα, τίποτα άλλο δεν δικαιολογεί το αλυσόδεμα από τα βιώματα και την συνακόλουθη συμπεριφορά.
Δεν φταίνε τα βιώματα, φταίει που δεν θέλουμε να αποκόψουμε τους καθε είδους λώρους μας και να είμαστε υπεύθυνοι συνεπώς, για την λογική στάση μας απέναντι στα πράγματα και τους συνανθρώπους μας.
Συχνά ακούμε την έκφραση: δεν φταίει, πέρασε άσχημα παιδικά χρόνια. Πλήν των οριακών, ακραίων καταστάσεων,(απώλειες, πόλεμοι κλπ) οι οποίες δημιουργούν ανεπούλωτα ελλείμματα και τυφλά σημεία που δεν φωτίζονται με τίποτα, τίποτα άλλο δεν δικαιολογεί το αλυσόδεμα από τα βιώματα και την συνακόλουθη συμπεριφορά.
Δεν φταίνε τα βιώματα, φταίει που δεν θέλουμε να αποκόψουμε τους καθε είδους λώρους μας και να είμαστε υπεύθυνοι συνεπώς, για την λογική στάση μας απέναντι στα πράγματα και τους συνανθρώπους μας.
Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2009
Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009
γλυκιά η ζωή
The falling leaves drift by my window
The falling leaves of red and gold
I see your lips, the summer kisses
The sunburned hands I used to hold
Since you went away the days grow long
And soon I'll hear old winter's song
But I miss you most of all, my darling
When autumn leaves start to fall
Since you went away the days grow long
And soon I'll hear old winter's song
But I miss you most of all, my darling
When autumn leaves start to fall
I miss you most of all, my darling
When autumn leaves start to fall
Φθινόπωρο
Δήθεν
Χορευτικό παραθαλάσσιο κέντρο, παραθαλάσσια νύχτα, γλυκιά μουσική σαν τη νύχτα, νύχτα μεθυστική σαν την επιθυμία.
Γεμάτα τα τραπέζια κόσμο που σιγοπίνει, ακούει, σιγοκουβεντιάζει. Μόνο αυτό το ζευγάρι χορεύει, ένα ζευγάρι σ’ ολόκληρη πίστα. Υπό τους ήχους της μουσικής, της νύχτας, της επιθυμίας και του φεγγαριού που, πλατς, έπεσε μέσα στη θάλασσα, και μια το κύμα το σπρώχνει να το βγάλει έξω στην αμμουδιά, και μια το γλιστράει να φύγει πάλι κατά μέσα.
Χορεύουν. Δήθεν χορεύουν. Ενώ φεύγουν, αλλάζουν κόσμο.
Με αυτά τα αργά μικρά βήματα, με αυτή την επιτόπου κίνηση, το ακατανίκητο τα υπνωτίζει. Με κλεισμένα τα μάτια τους το υπακούνε. Με τα κρεμασμένα πάνω στους ώμους χέρια τους γαντζώνονται στο διάχυτο που τους συμβαίνει. Χορεύουν.
Δήθεν με το ρυθμό της μουσικής, ενώ άλλη ορχήστρα περιρρέουσα εξυφαίνεται τη φυγή τους, άλλα φώτα της φέγγουν κι άλλο φεγγάρι την υποδέχεται, όχι αυτό που πλατσουρίζει και τσαλακώνεται πάνω στο κύμα. Χορεύουν, σαν ο κόσμος όλος να ανάλιωσε σε μελωδία και να τους αφιερώθηκε.
Δήθεν χορεύουν. Ενώ ο ένας παραιτείται από την ύπαρξή του, για να εισχωρήσει μικρός, ελάχιστος, εξουθενωμένος στην ύπαρξη του άλλου. Και οι δύο θέλουν να εκλείψουν. Και πέφτουν, και οι δύο συγχρόνως, ο ένας στα μάτια του άλλου. Προς όνειρο κατευθύνονται.
Κι αν φτάσουν. Φοβού τα άκρα του. Διπλώνει και το άλλο χέρι της γύρω από το λαιμό του, δένονται, μη και χαθούνε μέσα σ’ αυτή τη χαώδη έκσταση. Αυτή ακουμπάει το κεφάλι της στο πέτο εκείνου. Δεν κοιμάται. Παραδίνει το νου της στη ζάλη, τον ξεφορτώνεται. Δήθεν χορεύουν. Ενώ τους έπεισε ο έρωτας να τον ακολουθήσουν. Να δούμε σε ποια έρημη, κακοτράχαλη σκοτεινιά θα τους παρατήσει. Κι από κει, ξέρεις, ψυχή δεν περνάει να βοηθήσει. Όποια πέρασε κάποτε δε θέλει να ξαναπεράσει.
εκτος σχεδίου εικόνα από www.easypedia.gr/el/articles/o/l/y/Εικόν...
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009
Η σοφια του Ρίλκε
Η σοφία του Ρίλκε -
Ο οδηγός του ποιητή για τη ζωή
Του Ράινερ Μαρία Ρίλκε
«Oφείλεις να ζεις τη ζωή στο έπακρο, όχι ανάλογα µε το τι µέρα είναι, αλλά βολιδοσκοπώντας το βάθος της κάθε µέρας» γράφει ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ένας από τους κορυφαίους γερµανόφωνους ποιητές, δηµιουργός ανάµεσα σε άλλα των Ελεγειών του Ντουίνο και των Σονέτων στον Ορφέα.
Στο βιβλίο αυτό -που αποτελεί θησαυρό σοφίας και πνευµατικής διορατικότητας- ο Ulrich Baer, επιλέγοντας µέσα από χιλιάδες σελίδες αµετάφραστης αλληλογραφίας, συγκέντρωσε τα καλύτερα κείµενα και τις πιο εύστοχες φιλοσοφικές παρατηρήσεις ενός από τους µεγαλύτερους ποιητές του σύγχρονου κόσµου, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ο Ρίλκε (γεννηµένος στην Πράγα το 1875) είναι ευρύτατα γνωστός τόσο για το ποιητικό έργο του όσο και για τα δοκίµιά του, ανάµεσα στα οποία ξεχωρίζει το κλασικό πλέον «Γράµµα σε ένα νέο ποιητή» . Η επίδραση που άσκησε η ποίησή του στη διαµόρφωση και εξέλιξη της σύγχρονης γερµανικής ποίησης, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας εν γένει, είναι σηµαντικότατη και ανιχνεύεται στο έργο µεγάλων ποιητών, όπως του Πάουλ Τσέλαν, του Μπορίς Παστερνάκ, της Μαρίνα Τσβετάγεβα και του Γ.Χ. Ώντεν.
Το απότοκο της προσπάθειας του Ulrich Baer είναι μια διεισδυτική ματιά στην ανάγκη του ανθρώπου να δώσει, µέσω της δημιουργίας, νόημα στη ζωή του: χωρισμένες σε θεματικές ενότητες -που καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα, από την καθημερινή µας συνύπαρξη µε τους άλλους μέχρι τη µέθη του έρωτα και από την εμπειρία της απώλειας και την αντιμετώπιση των δοκιμασιών μέχρι την έμπνευση- οι σκέψεις του Ρίλκε αποτελούν μια κιβωτό σοφίας. Αγγίζοντας την ψυχή του αναγνώστη, µε ύφος που καθηλώνει και γεµάτο µε το θαύµα και το πάθος της γραφής του Ρίλκε, το Η σοφία του Ρίλκε - Ο οδηγός του ποιητή για τη ζωή σίγουρα συγκαταλέγεται ανάµεσα στα πιο σηµαντικά και βαθυστόχαστα έργα που έχει να επιδείξει το ευρωπαϊκό πνεύµα.
ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ: Ulrich Baer
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ: Μαρία Τοπάλη
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Αλεξάνδρα Νικολακοπούλου
www.kathimerini.gr
Ο οδηγός του ποιητή για τη ζωή
Του Ράινερ Μαρία Ρίλκε
«Oφείλεις να ζεις τη ζωή στο έπακρο, όχι ανάλογα µε το τι µέρα είναι, αλλά βολιδοσκοπώντας το βάθος της κάθε µέρας» γράφει ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ένας από τους κορυφαίους γερµανόφωνους ποιητές, δηµιουργός ανάµεσα σε άλλα των Ελεγειών του Ντουίνο και των Σονέτων στον Ορφέα.
Στο βιβλίο αυτό -που αποτελεί θησαυρό σοφίας και πνευµατικής διορατικότητας- ο Ulrich Baer, επιλέγοντας µέσα από χιλιάδες σελίδες αµετάφραστης αλληλογραφίας, συγκέντρωσε τα καλύτερα κείµενα και τις πιο εύστοχες φιλοσοφικές παρατηρήσεις ενός από τους µεγαλύτερους ποιητές του σύγχρονου κόσµου, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ο Ρίλκε (γεννηµένος στην Πράγα το 1875) είναι ευρύτατα γνωστός τόσο για το ποιητικό έργο του όσο και για τα δοκίµιά του, ανάµεσα στα οποία ξεχωρίζει το κλασικό πλέον «Γράµµα σε ένα νέο ποιητή» . Η επίδραση που άσκησε η ποίησή του στη διαµόρφωση και εξέλιξη της σύγχρονης γερµανικής ποίησης, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας εν γένει, είναι σηµαντικότατη και ανιχνεύεται στο έργο µεγάλων ποιητών, όπως του Πάουλ Τσέλαν, του Μπορίς Παστερνάκ, της Μαρίνα Τσβετάγεβα και του Γ.Χ. Ώντεν.
Το απότοκο της προσπάθειας του Ulrich Baer είναι μια διεισδυτική ματιά στην ανάγκη του ανθρώπου να δώσει, µέσω της δημιουργίας, νόημα στη ζωή του: χωρισμένες σε θεματικές ενότητες -που καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα, από την καθημερινή µας συνύπαρξη µε τους άλλους μέχρι τη µέθη του έρωτα και από την εμπειρία της απώλειας και την αντιμετώπιση των δοκιμασιών μέχρι την έμπνευση- οι σκέψεις του Ρίλκε αποτελούν μια κιβωτό σοφίας. Αγγίζοντας την ψυχή του αναγνώστη, µε ύφος που καθηλώνει και γεµάτο µε το θαύµα και το πάθος της γραφής του Ρίλκε, το Η σοφία του Ρίλκε - Ο οδηγός του ποιητή για τη ζωή σίγουρα συγκαταλέγεται ανάµεσα στα πιο σηµαντικά και βαθυστόχαστα έργα που έχει να επιδείξει το ευρωπαϊκό πνεύµα.
ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ: Ulrich Baer
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ: Μαρία Τοπάλη
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Αλεξάνδρα Νικολακοπούλου
www.kathimerini.gr
ένας ξεχωριστος γαμος
Κάτι με αποξένωνε σ όλα αυτά.. κάτι απ τους προσκεκλημένους, κάτι απ τη χλιδή των ΒΠ, κάτι απ την ώρα και τη μέρα, -Παρασκευή αργά το βράδυ, άκου Παρασκευή-, κάτι χωρίς εκκλησία, χωρίς δημαρχείο, σ ένα απ αυτά τα club- συγκροτήματα λέει.
Αλλο ένα χαμένο βράδυ, μουρμούρισα, στρίβοντας, στην κατεύθυνση του χαμογελαστού παρκαδόρου. ΟΜΩΣ
Μπορείς πάντα να είσαι εσύ.
Μπορείς να διαμορφώνεις εσύ το περιβάλλον, το κλίμα, την ατμόσφαιρα, την ποιότητα, το χρώμα.
Ακόμα και μέσα στο πλήθος το ετερόκλητο. Ακόμα και μέσα σ έναν διάκοσμο ΒΠ με την ψευδεπίγραφη ή και μη χλιδή.
Αρκεί και είναι αναγκαίο να είσαι, να έχεις παραμείνει ανθρωπος. Πραγματικός. Πηγαίος.Γνήσιος.Συνεσταλμένος και τολμηρός. Φιλότιμος και προοδευτικός.
Και να ξέρεις να υπάρχεις. Δηλαδή να σκέφτεσαι και να νιώθεις.
Οπως είπε κι ο 'μάστορας-dady', να μείνεις αυτό που είσαι, όταν χαιδεύεις τους καρπούς...της φύσης.
So, Σοφία και Νιck, ναστε έτσι!
Αλλο ένα χαμένο βράδυ, μουρμούρισα, στρίβοντας, στην κατεύθυνση του χαμογελαστού παρκαδόρου. ΟΜΩΣ
Μπορείς πάντα να είσαι εσύ.
Μπορείς να διαμορφώνεις εσύ το περιβάλλον, το κλίμα, την ατμόσφαιρα, την ποιότητα, το χρώμα.
Ακόμα και μέσα στο πλήθος το ετερόκλητο. Ακόμα και μέσα σ έναν διάκοσμο ΒΠ με την ψευδεπίγραφη ή και μη χλιδή.
Αρκεί και είναι αναγκαίο να είσαι, να έχεις παραμείνει ανθρωπος. Πραγματικός. Πηγαίος.Γνήσιος.Συνεσταλμένος και τολμηρός. Φιλότιμος και προοδευτικός.
Και να ξέρεις να υπάρχεις. Δηλαδή να σκέφτεσαι και να νιώθεις.
Οπως είπε κι ο 'μάστορας-dady', να μείνεις αυτό που είσαι, όταν χαιδεύεις τους καρπούς...της φύσης.
So, Σοφία και Νιck, ναστε έτσι!
Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009
του Σαββάτου
Πὼς ἤσουνα ἐχθρός μου,
δὲν τὸ ἤξερεςοἱ λέξεις σου τὸ εἶπαν.
Σ᾿ ἐκεῖνες πούλησε ὁ ἔρωτας τὸ σεισμό του
κι ἦρθε στὴ ἐπιφάνεια ὅτι δὲ μ᾿ ἀγαποῦσες...
δὲν τὸ ἤξερεςοἱ λέξεις σου τὸ εἶπαν.
Σ᾿ ἐκεῖνες πούλησε ὁ ἔρωτας τὸ σεισμό του
κι ἦρθε στὴ ἐπιφάνεια ὅτι δὲ μ᾿ ἀγαποῦσες...
λόγος σημαντικός
Είναι διαπιστωμένο ότι ο ντόπιος χαυνοπολίτης, οσάκις προκηρύσσονται «εκλογές», νιώθει πρωτάρης και κολακευμένος ερασιτέχνης. Επιτέλους του δίνουν τον λόγο• η τηλεοπτική αριστοκρατία των αυτοσχέδιων εθνοπατέρων αίφνης στρέφεται προς τα κάτω διαζώματα και αρχίζει ο πρόστυχος εκβιασμός και το παραδοσιακό χαϊδολόγημα. Το απογοητευτικό είναι ότι, εφόσον η μαρτυρημένη κοινωνική δυσαρέσκεια σηκώνει μεγάλα κύματα, αντί να ενταθεί μέχρι σημείου αποχής ή καταγγελίας, πλαγίως καταπραΰνεται, αλλάζει ταχύτητες κι από μέρα σε μέρα επιστρέφει επί τα αυτά. Τρεις Ρωμιοί, πέντε γνώμες, έλεγαν παλιά. Έστω κι αυτή η στάση θα ήταν κάποια διέξοδος. Ωστόσο, με τα δραστικά ρητορικά μέσα της τηλεόρασης και την ανυποχώρητη δημοκοπία, το λαϊκό φρόνημα αλλάζει πλευρό, η οργή μεταλλάσσεται σε παραταξιακή στοργή και, διά του μιμητισμού, βρίσκει καταφύγιο στην «τελευταία φορά!», με αποτέλεσμα το επίσημο μασκαραλίκι της μαζικής δημοκρατίας να παραμένει ακλόνητο.
Μια αδόμητη χώρα, με τον χειρότερο κρατικό μηχανισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και χωρίς καμιά προοπτική εξόδου (όχι από την κρίση, όπως διαλαλούν οι φασιανοί της κυβέρνησης, αλλά από τη μαύρη διαχείριση), τι μπορεί να περιμένει από μια νεοεκλεγμένη κυβέρνηση; Η απορία είναι σοβαρή, διότι με υποβολέα και συμβουλάτορα το άμεσο και το απώτερο παρελθόν, το μόνο διασφαλισμένο παραμένει η αποσάρθρωση της χώρας, όπου το τελικό «χελπ» προς τους εταίρους θα δηλώνει πλήρη παραίτηση. Το κοινωνικό σώμα, βέβαια, δεν γνωρίζει τα παρασκήνια όπου επικρατεί το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», δεν έχει εποπτεία των πραγμάτων, ώστε να κατανοήσει (μέχρι απελπισίας) ότι η φαυλότητα με το επίχρισμα τού μετασχηματισμού έχει υπερβεί πλέον τα όρια της οιασδήποτε μεταστροφής. Ουσιαστικά, δηλαδή, καλούνται να αποφασίσουν για τα κοινά πολίτες ετεροχρονισμένοι με μπαγιατεμένα πάθη στην καρδιά τους, με πελατειακές νοοτροπίες και σωματειακές συνθηματολογίες, με στενοκεφαλιές σχεδόν μετα-εμφυλιακές. Μην ξεχνάμε και τη νοοτροπία του «έτσι παίζει ο ζουρνάς… τι να κάνουμε;».
Επ’ αυτού του «μουσικού» θέματος η επαγγελματική διαβουκόληση έχει πολλά να προσφέρει. Οι συγκινήσεις παίζουν μέγα ρόλο στην πολιτική. Δυσαρέσκειες χρόνων μπορεί να τις αναχαιτίσει μια και μόνη φαιδρή παράσταση στο μπαλκόνι - αρκεί ο πολιτικάντης να διαθέτει το τάλαντο και να έχει δώσει όρκο πίστης στη φαυλότητα. Οι ακροατές, όπως ξέρουμε, άσχετα με την πραγματική τους ηλικία, είναι παιδικώς πως ευεπίφοροι στις επαγγελίες, στις ψευτοδραματικές αυτοκριτικές, στο δράμα του ηγέτη που (δες τον!) «πέφτει στα πόδια μας και ομολογεί». Ποιος θα αφήσει τον «πατέρα» να ταπεινώνεται; Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι μερικών λεπτών μασκαραλίκι έχει ως αντίδωρο τεσσάρων χρόνων εξουσία και αυθαιρεσία• ότι κάθε δέλεαρ είναι και δόλωμα για να πιαστεί το λαϊκό ψάρι - όπως και πριν, όπως και πάντα.
Aντιγραφή από
LIFO
ΜΕΙΚΤΗ ΖΩΝΗ
ΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΑ ΠΑΙΔΙΑ!
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ
απόσπασμα
Μια αδόμητη χώρα, με τον χειρότερο κρατικό μηχανισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση και χωρίς καμιά προοπτική εξόδου (όχι από την κρίση, όπως διαλαλούν οι φασιανοί της κυβέρνησης, αλλά από τη μαύρη διαχείριση), τι μπορεί να περιμένει από μια νεοεκλεγμένη κυβέρνηση; Η απορία είναι σοβαρή, διότι με υποβολέα και συμβουλάτορα το άμεσο και το απώτερο παρελθόν, το μόνο διασφαλισμένο παραμένει η αποσάρθρωση της χώρας, όπου το τελικό «χελπ» προς τους εταίρους θα δηλώνει πλήρη παραίτηση. Το κοινωνικό σώμα, βέβαια, δεν γνωρίζει τα παρασκήνια όπου επικρατεί το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», δεν έχει εποπτεία των πραγμάτων, ώστε να κατανοήσει (μέχρι απελπισίας) ότι η φαυλότητα με το επίχρισμα τού μετασχηματισμού έχει υπερβεί πλέον τα όρια της οιασδήποτε μεταστροφής. Ουσιαστικά, δηλαδή, καλούνται να αποφασίσουν για τα κοινά πολίτες ετεροχρονισμένοι με μπαγιατεμένα πάθη στην καρδιά τους, με πελατειακές νοοτροπίες και σωματειακές συνθηματολογίες, με στενοκεφαλιές σχεδόν μετα-εμφυλιακές. Μην ξεχνάμε και τη νοοτροπία του «έτσι παίζει ο ζουρνάς… τι να κάνουμε;».
Επ’ αυτού του «μουσικού» θέματος η επαγγελματική διαβουκόληση έχει πολλά να προσφέρει. Οι συγκινήσεις παίζουν μέγα ρόλο στην πολιτική. Δυσαρέσκειες χρόνων μπορεί να τις αναχαιτίσει μια και μόνη φαιδρή παράσταση στο μπαλκόνι - αρκεί ο πολιτικάντης να διαθέτει το τάλαντο και να έχει δώσει όρκο πίστης στη φαυλότητα. Οι ακροατές, όπως ξέρουμε, άσχετα με την πραγματική τους ηλικία, είναι παιδικώς πως ευεπίφοροι στις επαγγελίες, στις ψευτοδραματικές αυτοκριτικές, στο δράμα του ηγέτη που (δες τον!) «πέφτει στα πόδια μας και ομολογεί». Ποιος θα αφήσει τον «πατέρα» να ταπεινώνεται; Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι μερικών λεπτών μασκαραλίκι έχει ως αντίδωρο τεσσάρων χρόνων εξουσία και αυθαιρεσία• ότι κάθε δέλεαρ είναι και δόλωμα για να πιαστεί το λαϊκό ψάρι - όπως και πριν, όπως και πάντα.
Aντιγραφή από
LIFO
ΜΕΙΚΤΗ ΖΩΝΗ
ΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΑ ΠΑΙΔΙΑ!
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΣΤΗ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗ
απόσπασμα
Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009
είπαν πριν από μας
Oi γυναικες σε βοηθούν να πουλήσεις και μετά σε πουλάνε.
Εάν ένας φίλος είναι καμωμένος από μέλι
δέν σημαίνει πως πρέπει να τόν φάς.
Δέν υπάρχει δρόμος για τήν ελευθερία
η ελευθερία είναι ο δρόμος.
Δέντρο που δε σου μέλλεται να φας απ΄τον καρπό του, μην κοιμηθείς στον ίσκιο του και πάρεις τον καημό του.
Κάτι είναι πραγματικά δικό σου μόνο όταν μπορείς να το χαρίσεις σε κάποιον άλλον.
Να κοιτάς εκεί που θες να πας, αλλιώς θα πας εκεί που κοιτάς.
δέν σημαίνει πως πρέπει να τόν φάς.
Δέν υπάρχει δρόμος για τήν ελευθερία
η ελευθερία είναι ο δρόμος.
Δέντρο που δε σου μέλλεται να φας απ΄τον καρπό του, μην κοιμηθείς στον ίσκιο του και πάρεις τον καημό του.
Κάτι είναι πραγματικά δικό σου μόνο όταν μπορείς να το χαρίσεις σε κάποιον άλλον.
Να κοιτάς εκεί που θες να πας, αλλιώς θα πας εκεί που κοιτάς.
η διαθήκη του Κατσαρού
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σʼ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί – εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χαιρετάει απʼ την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσεις
σʼ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σʼ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σʼ όλα τʼ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σʼ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σʼ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σʼ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν
αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε
χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα
από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.
Αλλάξανε φράσεις σημαντικές
ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο
εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνεμο τον σκότωσαν –
τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
σʼ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σʼ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί – εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χαιρετάει απʼ την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσεις
σʼ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σʼ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σʼ όλα τʼ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σʼ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σʼ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σʼ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν
αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε
χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα
από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.
Αλλάξανε φράσεις σημαντικές
ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο
εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνεμο τον σκότωσαν –
τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009
υπερβασεις
ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ
ΕΒΡΑΙΑ (μονόπρακτο)
Ναι, φεύγω, Φριτς, τώρα. Ίσως έμεινα πιο πολύ απ’ όσα έπρεπε... συχώρεσέ με, αλλά... (Σταματάει, σκέφτεται κα ξαναρχίζει)
Φριτς, μην προσπαθήσεις να με κρατήσεις άλλο, δεν μπορείς πια... Είναι ολοφάνερο πως, αν μείνω, θα σε καταστρέψω,... ξέρω πως δεν είσαι δειλός, δε φοβάσαι την Αστυνομία, όμως υπάρχουν και χειρότερα. Δε θα σε πάνε βέβαια σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, αλλά αύριο - μεθαύριο, δε θα σ’ αφήσουν να μπεις στην Κλινική σου... εσύ δε θα πεις τίποτα, μα θ’ αρρωστήσεις. Δε θέλω να σε βλέπω καθισμένον όλη μέρα εδώ μέσα, να ξεφυλλίζεις περιοδικά... Φεύγω από καθαρό εγωισμό, και τίποτ’ άλλο. Μην πεις τίποτα...
(Σταματάει πάλι. Ξαναρχίζει)
Μην πεις πως δεν έχεις αλλάξει. Έ χ ε ι ς !... Δε στο είπα πως θέλω να φύγω, πως ήθελα να φύγω από καιρό, γιατί δεν μπορώ να μιλήσω όταν σε κοιτάω, Φριτς. Τότε, τα λόγια μου φαίνονται τόσο άχρηστα και μάταια... «Αυτοί» έχουν αποφασίσει για όλα και για όλους, το ξέρεις. Όμως, τι τους έχει πιάσει ; Τι θέλουν, π ρ α γ μ α τ κ ά ; Τι τους έκανα ε γ ώ ; Ποτέ μου δεν ανακατεύτηκα στην πολιτική. Είμαι μια αστή νοικοκυρά, με υπηρεσία και λοιπά... και ξαφνικά. σου λένε πως μονάχα οι ξανθές γυναίκες έχουν το δικαίωμα να είναι νοικοκυρές και αστές !...
(Σταματάει πάλι. Ξαναρχίζει)
Ναι, φτιάχνω τις βαλίτσες μου. Μην κάνεις πως δεν κατάλαβες τίποτα, όλες αυτές τις μέρες... Φριτς, μπορώ να υπομείνω τα πάντα, εκτός από ένα : να μην κοιταγόμαστε στα μάτια, τις τελευταίες ώρες που μας μένουν. Αυτό δεν πρέπει να το καταφέρουν οι ψεύτες που αναγκάζουν όλο τον κόσμο να λέει ψέματα... Πριν δέκα χρόνια, άμα έλεγε κανένας ότι δε φαίνομαι πώς είμαι Εβραία, εσύ απαντούσες αμέσως: «Πώς, φ α ι ν ε ται !» Και χαιρόμουνα γι’ αυτό. Ήταν τίμιο και ξεκάθαρο... Γιατί, λοιπόν, τώρα να κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας ; Φεύγω, επειδή, αν μείνω, θα σε πάψουν από Αρχίατρο. Κι επειδή σου έχουν κιόλας κόψει την καλημέρα στην Κλινική, κι επειδή δεν κλείνεις μάτι, τις νύχτες... Μη μου πεις να μείνω. Φεύγω βιαστικά επειδή δε θέλω να μου πεις ε σ ύ, μια μέρα, να φύγω. Γιατί αυτό θα γίνει, αργά ή γρήγορα. Είναι ζήτημα χρόνου. Ο χαρακτήρας είναι ζήτημα χρόνου. Αντέχει περισσότερο ή λιγότερο, όπως και τα γάντια. Τα καλά κρατάνε πολύ, αλλά όχι για πάντα... Μη νομίζεις πώς είμαι θυμωμένη. Όχι, ε ί μ α ι !
Γιατί πρέπει ε γ ώ να δείχνω πάντα «κατανόηση» ; Τι κακό
υπάρχει στο σχήμα της μύτης μου ή στο χρώμα των μαλλιών μου ; Πρέπει να παρατήσω την πόλη όπου γεννήθηκα, για να μην είναι «αυτοί» υποχρεωμένοι να μου δίνουν κι εμένα βούτυρο !... Τι είδους άνθρωποι είσαστε ; ναι, κ α ι σ υ ! Βρήκατε τη θεωρία των κβάντα, κι όμως κάθεστε και σας διατάζουν αυτοί οι κανίβαλοι... σας τάζουν πως θα κατακτήσετε τον Κόσμο, αλλά δε σας επιτρέπουν να κρατήσετε τη γυναίκα που θέλετε. Απ’ τη μια, τεχνητή αναπνοή — κι απ’ την άλλη, θηλειά στο λαιμό !... Είσαστε τέρατα ή ποδογλείφτες τεράτων !... Ναι, είμαι παράλογη, αλλά χρησιμεύει η λογική σ’ έναν τ ε τ ο ι ο Κόσμο ; Κάθεσαι εκεί και βλέπεις τη γυναίκα σου να φεύγει και δε λες λέξη. Οι τοίχοι έχουν αυτιά, ε ; Μα τι να τα κάνουν, αφού δε μ ι λ ά ε ι κανένας σας; Οι μισοί ακούνε κι οι άλλοι μισοί σωπαίνουν. Στο διάολο !... Ξέρω, κι εγώ έπρεπε να μη μιλάω. Όταν σ’ αγαπούσα, δε μίλαγα. Σ’ αγαπώ αληθινά... Δώσ’ μου εκείνα τα εσώρουχα. Έχουν «σεξ απήλ», Θα μου χρειαστούν. Είμαι 36 χρονών, δε με πήρανε τα χρόνια, αλλά δεν μπορώ πια να κάνω πειράματα... Στην πρώτη χώρα όπου θα πάω, θα είναι αλλιώτικα από δω. Ο πρώτος άντρας που θα βρω, Θα ’χει το δικαίωμα να με κρατήσει... Και μην πεις πως θα μου στέλνεις χρήματα, ξέρεις πως δεν μ π ο -ε ί ς . Και μην κάνεις πως πιστεύεις ότι αυτή η ιστορία δε θα κρατήσει πάνω από τέσσερις εδομάδες. Εδώ οι «ιστορίες» κρατάνε πολύ περισσότερο. Το ξέρω και το ξέρεις. Λοιπόν, μη μου πεις : «στο κάτω, κάτω, λίγες βδομάδες είναι αυτές», όταν θα μου δίνεις το γούνινο παλτό μου, που θα το χρειαστώ παρά τον άλλο χειμώνα... Κι ας μη μιλήσουμε για «α τ υ χ ί α». Ας μιλήσουμε για ν τ ρ ο π ή ... Ω, Φριτς !
ΕΒΡΑΙΑ (μονόπρακτο)
Ναι, φεύγω, Φριτς, τώρα. Ίσως έμεινα πιο πολύ απ’ όσα έπρεπε... συχώρεσέ με, αλλά... (Σταματάει, σκέφτεται κα ξαναρχίζει)
Φριτς, μην προσπαθήσεις να με κρατήσεις άλλο, δεν μπορείς πια... Είναι ολοφάνερο πως, αν μείνω, θα σε καταστρέψω,... ξέρω πως δεν είσαι δειλός, δε φοβάσαι την Αστυνομία, όμως υπάρχουν και χειρότερα. Δε θα σε πάνε βέβαια σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, αλλά αύριο - μεθαύριο, δε θα σ’ αφήσουν να μπεις στην Κλινική σου... εσύ δε θα πεις τίποτα, μα θ’ αρρωστήσεις. Δε θέλω να σε βλέπω καθισμένον όλη μέρα εδώ μέσα, να ξεφυλλίζεις περιοδικά... Φεύγω από καθαρό εγωισμό, και τίποτ’ άλλο. Μην πεις τίποτα...
(Σταματάει πάλι. Ξαναρχίζει)
Μην πεις πως δεν έχεις αλλάξει. Έ χ ε ι ς !... Δε στο είπα πως θέλω να φύγω, πως ήθελα να φύγω από καιρό, γιατί δεν μπορώ να μιλήσω όταν σε κοιτάω, Φριτς. Τότε, τα λόγια μου φαίνονται τόσο άχρηστα και μάταια... «Αυτοί» έχουν αποφασίσει για όλα και για όλους, το ξέρεις. Όμως, τι τους έχει πιάσει ; Τι θέλουν, π ρ α γ μ α τ κ ά ; Τι τους έκανα ε γ ώ ; Ποτέ μου δεν ανακατεύτηκα στην πολιτική. Είμαι μια αστή νοικοκυρά, με υπηρεσία και λοιπά... και ξαφνικά. σου λένε πως μονάχα οι ξανθές γυναίκες έχουν το δικαίωμα να είναι νοικοκυρές και αστές !...
(Σταματάει πάλι. Ξαναρχίζει)
Ναι, φτιάχνω τις βαλίτσες μου. Μην κάνεις πως δεν κατάλαβες τίποτα, όλες αυτές τις μέρες... Φριτς, μπορώ να υπομείνω τα πάντα, εκτός από ένα : να μην κοιταγόμαστε στα μάτια, τις τελευταίες ώρες που μας μένουν. Αυτό δεν πρέπει να το καταφέρουν οι ψεύτες που αναγκάζουν όλο τον κόσμο να λέει ψέματα... Πριν δέκα χρόνια, άμα έλεγε κανένας ότι δε φαίνομαι πώς είμαι Εβραία, εσύ απαντούσες αμέσως: «Πώς, φ α ι ν ε ται !» Και χαιρόμουνα γι’ αυτό. Ήταν τίμιο και ξεκάθαρο... Γιατί, λοιπόν, τώρα να κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας ; Φεύγω, επειδή, αν μείνω, θα σε πάψουν από Αρχίατρο. Κι επειδή σου έχουν κιόλας κόψει την καλημέρα στην Κλινική, κι επειδή δεν κλείνεις μάτι, τις νύχτες... Μη μου πεις να μείνω. Φεύγω βιαστικά επειδή δε θέλω να μου πεις ε σ ύ, μια μέρα, να φύγω. Γιατί αυτό θα γίνει, αργά ή γρήγορα. Είναι ζήτημα χρόνου. Ο χαρακτήρας είναι ζήτημα χρόνου. Αντέχει περισσότερο ή λιγότερο, όπως και τα γάντια. Τα καλά κρατάνε πολύ, αλλά όχι για πάντα... Μη νομίζεις πώς είμαι θυμωμένη. Όχι, ε ί μ α ι !
Γιατί πρέπει ε γ ώ να δείχνω πάντα «κατανόηση» ; Τι κακό
υπάρχει στο σχήμα της μύτης μου ή στο χρώμα των μαλλιών μου ; Πρέπει να παρατήσω την πόλη όπου γεννήθηκα, για να μην είναι «αυτοί» υποχρεωμένοι να μου δίνουν κι εμένα βούτυρο !... Τι είδους άνθρωποι είσαστε ; ναι, κ α ι σ υ ! Βρήκατε τη θεωρία των κβάντα, κι όμως κάθεστε και σας διατάζουν αυτοί οι κανίβαλοι... σας τάζουν πως θα κατακτήσετε τον Κόσμο, αλλά δε σας επιτρέπουν να κρατήσετε τη γυναίκα που θέλετε. Απ’ τη μια, τεχνητή αναπνοή — κι απ’ την άλλη, θηλειά στο λαιμό !... Είσαστε τέρατα ή ποδογλείφτες τεράτων !... Ναι, είμαι παράλογη, αλλά χρησιμεύει η λογική σ’ έναν τ ε τ ο ι ο Κόσμο ; Κάθεσαι εκεί και βλέπεις τη γυναίκα σου να φεύγει και δε λες λέξη. Οι τοίχοι έχουν αυτιά, ε ; Μα τι να τα κάνουν, αφού δε μ ι λ ά ε ι κανένας σας; Οι μισοί ακούνε κι οι άλλοι μισοί σωπαίνουν. Στο διάολο !... Ξέρω, κι εγώ έπρεπε να μη μιλάω. Όταν σ’ αγαπούσα, δε μίλαγα. Σ’ αγαπώ αληθινά... Δώσ’ μου εκείνα τα εσώρουχα. Έχουν «σεξ απήλ», Θα μου χρειαστούν. Είμαι 36 χρονών, δε με πήρανε τα χρόνια, αλλά δεν μπορώ πια να κάνω πειράματα... Στην πρώτη χώρα όπου θα πάω, θα είναι αλλιώτικα από δω. Ο πρώτος άντρας που θα βρω, Θα ’χει το δικαίωμα να με κρατήσει... Και μην πεις πως θα μου στέλνεις χρήματα, ξέρεις πως δεν μ π ο -ε ί ς . Και μην κάνεις πως πιστεύεις ότι αυτή η ιστορία δε θα κρατήσει πάνω από τέσσερις εδομάδες. Εδώ οι «ιστορίες» κρατάνε πολύ περισσότερο. Το ξέρω και το ξέρεις. Λοιπόν, μη μου πεις : «στο κάτω, κάτω, λίγες βδομάδες είναι αυτές», όταν θα μου δίνεις το γούνινο παλτό μου, που θα το χρειαστώ παρά τον άλλο χειμώνα... Κι ας μη μιλήσουμε για «α τ υ χ ί α». Ας μιλήσουμε για ν τ ρ ο π ή ... Ω, Φριτς !
αθανατα μηνύματα
εικόνα από lostalmostfamous.blogspot
"Κατα βάθος όμως, πάστορα Μάντερς, πιστεύω ότι όλοι μας είμαστε βρυκόλακες.
Δεν βρυκολακιάζει μέσα μας μόνο, ό,τι μας κληροδότησαν ο πατέρας κι η μάνα μας.
Είναι και οι απαρχαιωμένες ιδέες, όλων των ειδών οι νεκρές αντιλήψεις.
Αυτά δεν έχουν καμιά ζωή, ωστόσο ριζώνουν βαθιά μέσα μας και μας εξουσιάζουν.
Μόλις ανοίξω την εφημερίδα και αρχίσω να διαβάζω, βλέπω βρυκόλακες να τριγυρνούν ανάμεσα στις γραμμές. Είναι παντού. Απλώνονται σαν τους κόκκους της άμμου. ΄Επειτα όλοι μας, χωρίς καμιά εξαίρεση, φοβόμαστε τόσο πολύ το φως...
-Αχά - ! Ιδού τα ολέθρια αποτελέσματα από τα αναγνώσματά σας. Μα την αλήθεια, ωραίους καρπούς δρέψατε ! Ω, αυτά τα αισχρά, επαναστατικά βιβλία...
-Κάνετε μεγάλο λαθος, αγαπητέ μου πάστορα. Σεις ο ίδιος με παροτρύνατε ν΄αρχίσω να σκέφτομαι και σας ευχαριστώ.
-Εγώ ;
-Ναι. ΄Οταν με υποχρεώνατε να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις μου και να κάνω το καθήκον μου, όταν εγκωμιάζατε ως σωστό και δίκαιο ό,τι περισσότερο μισούσε η ψυχή μου.
Τότε άρχισα ν΄αμφιβάλλω για την αλήθεια των λόγων σας.
Πήγα να τραβήξω την άκρη της κλωστής και αμέσως ξηλώθηκε όλο το πλεκτό.
Κατάλαβα πως η ύφανση ήταν της μηχανής..."
Δεν βρυκολακιάζει μέσα μας μόνο, ό,τι μας κληροδότησαν ο πατέρας κι η μάνα μας.
Είναι και οι απαρχαιωμένες ιδέες, όλων των ειδών οι νεκρές αντιλήψεις.
Αυτά δεν έχουν καμιά ζωή, ωστόσο ριζώνουν βαθιά μέσα μας και μας εξουσιάζουν.
Μόλις ανοίξω την εφημερίδα και αρχίσω να διαβάζω, βλέπω βρυκόλακες να τριγυρνούν ανάμεσα στις γραμμές. Είναι παντού. Απλώνονται σαν τους κόκκους της άμμου. ΄Επειτα όλοι μας, χωρίς καμιά εξαίρεση, φοβόμαστε τόσο πολύ το φως...
-Αχά - ! Ιδού τα ολέθρια αποτελέσματα από τα αναγνώσματά σας. Μα την αλήθεια, ωραίους καρπούς δρέψατε ! Ω, αυτά τα αισχρά, επαναστατικά βιβλία...
-Κάνετε μεγάλο λαθος, αγαπητέ μου πάστορα. Σεις ο ίδιος με παροτρύνατε ν΄αρχίσω να σκέφτομαι και σας ευχαριστώ.
-Εγώ ;
-Ναι. ΄Οταν με υποχρεώνατε να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις μου και να κάνω το καθήκον μου, όταν εγκωμιάζατε ως σωστό και δίκαιο ό,τι περισσότερο μισούσε η ψυχή μου.
Τότε άρχισα ν΄αμφιβάλλω για την αλήθεια των λόγων σας.
Πήγα να τραβήξω την άκρη της κλωστής και αμέσως ξηλώθηκε όλο το πλεκτό.
Κατάλαβα πως η ύφανση ήταν της μηχανής..."
Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009
ασκήσεις
Έχω για τη ζωή μιαν αντίληψη δραματική και ρομαντική. Ο,τι δεν αγγίζει βαθιά την ευαισθησία μου δεν με ενδιαφέρει. Όσον αφορά την ποίηση, στην πραγματικότητα καταλαβαίνω πολύ λίγα πράγματα. Γι' αυτό συνεχίζω με τις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Ίσως απ' αυτά τα φυτά, τη μοναξιά, τη σκληρή ζωή, βγαίνουν οι μυστικές, αληθινά βαθιές "Ποιητικές Πραμάτειες" που κανείς δεν μπορεί να διαβάσει, γιατί κανείς δεν τις έγραψε. Η ποίηση διδάσκεται βήμα βήμα ανάμεσα στα πράγματα και στις υπάρξεις, χωρίς να τα χωρίσουμε, αλλά ενώνοντάς τα με την ανιδιοτελή απλωσιά της αγάπης. Π.Νερούντα απο Βικιπαιδεια. κλικ
Χόρχε Λούις Μπόρχες -
Μαθαίνεις
Μετά από λίγο μαθαίνεις
την ανεπαίσθητη διαφορά
ανάμεσα στο να κρατάς
το χέρι
και να αλυσοδένεις μια ψυχή.
Και μαθαίνεις πως Αγάπη
δε σημαίνει στηρίζομαι
Και συντροφικότητα
δε σημαίνει ασφάλεια
Και αρχίζεις να μαθαίνεις
πως τα φιλιά δεν είναι
συμβόλαια
Και τα δώρα δεν είναι υποσχέσεις
Και αρχίζεις να δέχεσαι
τις ήττες σου
με το κεφάλι ψηλά και τα
μάτια ορθάνοιχτα
Με τη χάρη μιας γυναίκας
και όχι με τη θλίψη
ενός παιδιού
Και μαθαίνεις να φτιάχνεις
όλους τους δρόμους σου
στο Σήμερα,
γιατί το έδαφος του Αύριο
είναι πολύ ανασφαλές για
σχέδια…
και τα όνειρα πάντα
βρίσκουν τον τρόπο
να γκρεμίζονται στη μέση της
διαδρομής.
Μετά από λίγο καιρό
μαθαίνεις…
Πως ακόμα κι η ζέστη του
ήλιου
μπορεί να σου κάνει κακό.
Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου
εσύ
Αντί να περιμένεις κάποιον
να σου φέρει λουλούδια
Και μαθαίνεις ότι, αλήθεια,
μπορείς να αντέξεις
Και ότι, αλήθεια, έχεις δύναμη
Και ότι, αλήθεια, αξίζεις
Και μαθαίνεις… μαθαίνεις…
με κάθε αντίο μαθαίνεις
Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2009
αποσπάσματα
Αν δεν μπορείς να δημιουργείς και να φτιάχνεις, τουλάχιστον μάθε να μην καταστρέφεις ό,τι φτιάχνει κάποιος που αγωνίζεται γι αυτό. Είναι μικρόψυχο και μνησίκακο να ακυρώνεις τον αγώνα, την αντοχή και την δημιουργικότητα των άλλων, επειδή εσύ δεν μπορείς να φτιάχνεις ειμή μόνον να περπατάς : στους ασφαλείς προχαραγμένους, πλήν στενούς και μποτιλιαρισμένους δρόμους.
είναι άδικο όταν χτίζεται σε πείσμα των καταιγίδων μια πετροφωλιά, να κοιτάξεις πώς θα την κατεδαφίσεις, χωρίς καθόλου να συλλογιστείς πόσος μόχθος χρειάζεται γι αυτό.
Κι αν ακόμα δεν έμαθες ποτέ, κρατήσου μακριά, σεβάσου το.
Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009
φεστιβάλ κινηματογράφου Βενετίας
Ο «Λίβανος» πήρε το «Χρυσό Λιοντάρι» στη Βενετία
Στην ισραηλινή αντιπολεμική ταινία «Λίβανος» του Σάμουελ Μάοζ, που περιστρέφεται γύρω από ένα επεισόδιο στην περίοδο του πρώτου πόλεμου του Λιβάνου, το 1982, απονεμήθηκε το Χρυσό Λιοντάρι καλύτερης ταινίας του φετινού 66ου κινηματογραφικού φεστιβάλ της Βενετίας.
Στην ταινία «Γυναίκες χωρίς άντρες» της Ιρανής εικαστικής καλλιτέχνιδος Σιρίν Νεσάτ, γύρω από την κατάσταση της γυναίκας στο Ιράν, απονεμήθηκε το Αργυρό Λιοντάρι καλύτερης σκηνοθεσίας. Δυο βραβεύσεις που έδειξαν τη στροφή της κριτικής επιτροπής, με πρόεδρο τον Ταϊβανέζο σκηνοθέτη Ανγκ Λι, προς ένα πολιτικό κινηματογράφο.
Εκτός από τον Λι, τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής αποτελούσαν οι Σεργκέι Μποντρόφ, Λιλιάνα Καβάνι, Τζο Ντάντε, Ανουράγκ Κασίαπ (σκηνοθέτες), Σαντρίν Μπονέρ (ηθοποιός) και Λουτσιάνο Λιγκάμπουε (τραγουδιστής/τραγουδοποιός).
Τα υπόλοιπα βραβεία έλαβαν η Γερμανία (Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής), οι ΗΠΑ (βραβείο ανδρικής ερμηνείας και βραβείο σεναρίου), η Γαλλία (σκηνογραφίας) και η Ιταλία (ερμηνείας).
Στα παράλληλα βραβεία, το βραβείο καλύτερης ταινίας του επίσημου τμήματος του φεστιβάλ που απονέμουν οι κριτικοί της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI), δόθηκε στην πολύ καλή γαλλική ταινία «Λούρδη» της Τζέσικα Χόισνερ, ενώ, το βραβείο των κριτικών για την καλύτερη ταινία στα παράλληλα τμήματα του φεστιβάλ απονεμήθηκε στην ταινία Choi Voi του Μπούι Θακ Τσούγεν (στο τμήμα «Ορίζοντες»).
ΤΑ ΕΠΙΣΗΜΑ ΒΡΑΒΕΙΑ
- Χρυσό Λιοντάρι καλύτερης ταινίας: «Λίβανος» του Σάμουελ Μάοζ (Ισραήλ/Γαλλία/Γερμανία)
- Αργυρό Λιοντάρι καλύτερης σκηνοθεσίας στην: Σιρίν Νεσάτ για την ταινία «Γυναίκες χωρίς άντρες» (Γερμανία/Αυστρία/Γαλλία)
- Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στον: Χατίφ Ακίν για την ταινία «Soul Kitchen» (Γερμανία)
- Κύπελλο Βόλπι καλύτερης ανδρικής ερμηνείας: Κόλιν Φερθ για την ταινία «Ενας μοναχικός άνθρωπος» του Τομ Φορντ (ΗΠΑ)
- Κύπελλο Βόλπι καλύτερης γυναικείας ερμηνείας: Ξένια Ράπαπορτ για την ταινία «Η διπλή ώρα» του Τζιουζέπε Καποτόντι (Ιταλία)
- Βραβείο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι καλύτερου νέου ηθοποιού: Τζασμίν Τρίνκα για την ταινία «Το μεγάλο όνειρο» του Μικέλε Πλάσιντο (Ιταλία)
- Βραβείο καλύτερης σκηνογραφίας στη: Σιλβί Ολιβέ για την ταινία «Mr. Nobody» του Ζακό βαν Ντορμαέλ (Γαλλία)
- Βραβείο καλύτερου σεναρίου στον: Τοντ Σόλοντζ για την ταινία του, «Η ζωή στη διάρκεια του πολέμου» (ΗΠΑ)
- Χρυσό Λιοντάρι του Μέλλοντος στην ταινία: «Engwentro» του Πέπε Ντιόκνο (Φιλιππίνες) (στο τμήμα «Ορίζοντες») .απο enet.gr
Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009
αντουαν ντε σαιντ-εξυπερυ
Η ΑΛΕΠΟΥ
(απόσπασμα)XXI
Τότε λοιπόν εμφανίστηκε η αλεπού.
- Καλημέρα, είπε η αλεπού.
- Καλημέρα, απάντησε ευγενικά ο μικρός πρίγκιπας και στράφηκε, μα δεν είδε τίποτα.
- Εδώ είμαι, είπε η φωνή, κάτω απ’ τη μηλιά.
- Ποια είσαι; είπε ο μικρός πρίγκιπας. Είσαι πολύ όμορφη…
- Είμαι μια αλεπού, είπε η αλεπού.
- Έλα να παίξεις μαζί μου, της πρότεινε ο μικρός πρίγκιπας. Είμαι τόσο λυπημένος…
- Δεν μπορώ να παίξω μαζί σου, είπε η αλεπού. Δεν είμαι εξημερωμένη.
- Α, συγνώμη, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
Όμως, μετά από σκέψη, πρόσθεσε:
- Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
Εσύ δεν είσαι από εδώ, είπε η αλεπού, τι γυρεύεις;
- Γυρεύω τους ανθρώπους, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
- Οι άνθρωποι, είπε η αλεπού, έχουν τουφέκια και κυνηγάνε… Μεγάλος μπελάς. Εκτρέφουν και κότες. Είναι το μόνο τους καλό. Κότες γυρεύεις;
- Όχι, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Γυρεύω φίλους. Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
- Είναι κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Σημαίνει «δημιουργώ δεσμούς…».
- Δημιουργώ δεσμούς;
- Βέβαια, είπε η αλεπού. Για μένα ακόμα δεν είσαι παρά ένα αγοράκι ολόιδιο μ’ άλλα εκατό χιλιάδες αγοράκια. Και δε σε χρειάζομαι. Κι ούτε εσύ με χρειάζεσαι. Για σένα δεν είμαι παρά μια αλεπού ίδια μ’ εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Αν όμως μ’ εξημερώσεις, θα χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο. Θα είσαι για μένα μοναδικός στον κόσμο. Θα είμαι για σένα μοναδική στον κόσμο…
- Αρχίζω να καταλαβαίνω, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Ξέρω ένα λουλούδι… νομίζω πως μ’ εξημέρωσε…
- Πολύ πιθανόν, είπε η αλεπού. Βλέπει κανείς στη Γη τα πιο τρελά πράματα…
- Α, δεν είναι στη Γη, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
Η αλεπού φάνηκε πολύ παραξενεμένη:
- Σ’ έναν άλλο πλανήτη;
- Ναι.
- Υπάρχουν κυνηγοί σ’ εκείνο τον πλανήτη;
- Όχι.
- Ενδιαφέρον. Και κότες;
- Όχι.
- Τίποτα δεν είναι τέλειο, αναστέναξε η αλεπού.
Όμως η αλεπού ξαναγύρισε στην προηγούμενη σκέψη της:
- Η ζωή μου είναι μονότονη. Κυνηγάω κότες, οι άνθρωποι με κυνηγάν. Όλες οι κότες μοιάζουν κι όλοι οι άνθρωποι μοιάζουν. Γι’ αυτό λοιπόν, βαριέμαι λίγο. Αν όμως μ’ εξημερώσεις, η ζωή μου θα γίνει ηλιόλουστη. Θ’ αναγνωρίζω το θόρυβο ενός βήματος διαφορετικού απ’ όλα τα’ άλλα. Τα άλλα βήματα θα με κάνουν να κρύβομαι κάτω απ’ τη γη. Το δικό σου, σαν μουσική, θα με τραβάει έξω απ’ τη φωλιά μου. Κι έπειτα κοίτα. Βλέπεις εκεί πέρα, τα χωράφια με το στάρι; Δεν τρώω ψωμί. Το στάρι για μένα είναι άχρηστο. Τα χωράφια με το στάρι δε μου θυμίζουν τίποτα. Κι αυτό είναι λυπηρό. Όμως εσύ έχεις μαλλιά χρυσαφένια. Θα είναι υπέροχο λοιπόν όταν θα με έχεις εξημερώσει. Το στάρι, που είναι χρυσαφένιο, θα μου θυμίζει εσένα. Και θα μ’ αρέσει ν’ ακούω τον άνεμο μέσα στα στάχυα…
Η αλεπού σώπασε και κοίταξε ώρα πολλή το μικρό πρίγκιπα:
- Σε παρακαλώ… εξημέρωσέ με, είπε.
- Το θέλω, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, αλλά δεν έχω πολύ χρόνο. Έχω ν’ ανακαλύψω φίλους και πολλά πράματα να γνωρίσω.
- Γνωρίζουμε μονάχα τα πράματα που εξημερώνουμε, είπε η αλεπού. Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίζουν τίποτα. Τ’ αγοράζουν όλα έτοιμα απ’ τους εμπόρους. Επειδή όμως δεν υπάρχουν έμποροι που να πουλάν φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους. Αν θέλεις ένα φίλο, εξημέρωσέ με.
- Τι πρέπει να κάνω; είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Χρειάζεται μεγάλη υπομονή, απάντησε η αλεπού. Στην αρχή θα καθίσεις κάπως μακριά μου, έτσι, στο χορτάρι. Θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού κι εσύ δε θα λες τίποτα. Ο λόγος είναι πηγή παρεξηγήσεων. Κάθε μέρα, όμως, θα μπορείς να κάθεσαι όλο και πιο κοντά…
Την επομένη ο μικρός πρίγκιπας ξαναήρθε.
- Θα ήταν καλύτερα αν ερχόσουν την ίδια πάντα ώρα, είπε η αλεπού. Αν έρχεσαι, για παράδειγμα, στις τέσσερις τα’ απόγευμα, από τις τρεις θ’ αρχίζω να είμαι ευτυχισμένη. Όσο περνάει η ώρα τόσο πιο ευτυχισμένη θα νιώθω. Στις τέσσερις πια θα κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα και Θ’ ανησυχώ. Θ’ ανακαλύψω την αξία της ευτυχίας. Αν έρχεσαι όμως όποτε λάχει, δε θα ξέρω ποτέ τι ώρα να φορέσω στην καρδιά μου τα γιορτινά της… Χρειάζεται κάποια τελετή.
- Τι πάει να πει τελετή; είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Είναι κι αυτό κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Είναι αυτό που κάνει μια μέρα να μη μοιάζει με τις άλλες, μια ώρα με τις άλλες ώρες. Υπάρχει, για παράδειγμα, μια τελετή στους κυνηγούς. Χορεύουν την Πέμπτη με τα κορίτσια του χωριού. Η Πέμπτη λοιπόν είναι υπέροχη μέρα. Πάω και κάνω βόλτα ίσαμε τ’ αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν οποτεδήποτε, οι μέρες θα έμοιαζαν όλες, κι εγώ δε θα είχα ποτέ διακοπές.
Έτσι ο μικρός πρίγκιπας εξημέρωσε την αλεπού. Κι όταν πλησίασε η ώρα του αποχωρισμού:
- Αχ, είπε η αλεπού… Θα κλάψω.
- Εσύ φταις, είπε ο μικρός πρίγκιπας, εγώ δεν ήθελα το κακό σου, εσύ θέλησες να σε εξημερώσω…
- Σωστά, είπε η αλεπού.
- Όμως θα κλάψεις, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Σωστά, είπε η αλεπού.
- Τι κέρδισες λοιπόν;
- Κέρδισα, είπε η αλεπού, το χρώμα του σταριού.
Έπειτα πρόσθεσε:
- Πήγαινε να ξαναδείς τα τριαντάφυλλα. Θα καταλάβεις πως το δικό σου είναι μοναδικό στον κόσμο. Θα ξανάρθεις να με αποχαιρετήσεις και θα σου χαρίσω ένα μυστικό.
Ο μικρός πρίγκιπας πήγε να ξαναδεί τα τριαντάφυλλα.
- Δε μοιάζετε καθόλου με το δικό μου τριαντάφυλλο, δεν είσαστε τίποτα ακόμα, τους είπε. Κανείς δε σας έχει εξημερώσει και δεν έχετε εξημερώσει κανέναν. Είσαστε όπως ήταν η αλεπού μου. Μια αλεπού ίδια μ’ άλλες εκατό χιλιάδες. Γίναμε όμως φίλοι και τώρα είναι μοναδική στον κόσμο.
Και τα τριαντάφυλλα στέκονταν θιγμένα.
- Είσαστε όμορφα, όμως είσαστε άδεια, τους είπε ακόμα. Δεν πεθαίνει κανείς για σας. Βέβαια, το δικό μου τριαντάφυλλο ένας απλός περαστικός θα έλεγε πως σας μοιάζει. Όμως εκείνο μόνο του έχει περισσότερη σημασία απ’ όλα εσάς, αφού εκείνο είναι που πότισα. Αφού εκείνο έβαλα κάτω απ’ τη γυάλα. Αφού εκείνο προστάτεψα με το παραβάν. Αφού σ’ εκείνο σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δυο τρεις για να γίνουν πεταλούδες). Αφού εκείνο άκουσα να παραπονιέται ή να κομπάζει ή κάποιες φορές ακόμα να σωπαίνει. Αφού είναι το τριαντάφυλλό μου.
Και ξαναγύρισε στην αλεπού:
- Αντίο, είπε…
- Αντίο, είπε η αλεπού. Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν.
- Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
- Είναι ο χρόνος που ξόδεψες για το τριαντάφυλλό σου που το κάνει τόσο σημαντικό.
- Είναι ο χρόνος που ξόδεψα για το τριαντάφυλλό μου…, είπε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
- Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτή την αλήθεια, είπε η αλεπού. Εσύ όμως δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Θα είσαι υπεύθυνος για πάντα για ό,τι έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου…
- Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό μου…, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
αντιγραφή από http://www.personal.psu.edu/users/f/s/fsl/LittlePrince
(απόσπασμα)XXI
Τότε λοιπόν εμφανίστηκε η αλεπού.
- Καλημέρα, είπε η αλεπού.
- Καλημέρα, απάντησε ευγενικά ο μικρός πρίγκιπας και στράφηκε, μα δεν είδε τίποτα.
- Εδώ είμαι, είπε η φωνή, κάτω απ’ τη μηλιά.
- Ποια είσαι; είπε ο μικρός πρίγκιπας. Είσαι πολύ όμορφη…
- Είμαι μια αλεπού, είπε η αλεπού.
- Έλα να παίξεις μαζί μου, της πρότεινε ο μικρός πρίγκιπας. Είμαι τόσο λυπημένος…
- Δεν μπορώ να παίξω μαζί σου, είπε η αλεπού. Δεν είμαι εξημερωμένη.
- Α, συγνώμη, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
Όμως, μετά από σκέψη, πρόσθεσε:
- Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
Εσύ δεν είσαι από εδώ, είπε η αλεπού, τι γυρεύεις;
- Γυρεύω τους ανθρώπους, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
- Οι άνθρωποι, είπε η αλεπού, έχουν τουφέκια και κυνηγάνε… Μεγάλος μπελάς. Εκτρέφουν και κότες. Είναι το μόνο τους καλό. Κότες γυρεύεις;
- Όχι, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Γυρεύω φίλους. Τι πάει να πει «εξημερώνω»;
- Είναι κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Σημαίνει «δημιουργώ δεσμούς…».
- Δημιουργώ δεσμούς;
- Βέβαια, είπε η αλεπού. Για μένα ακόμα δεν είσαι παρά ένα αγοράκι ολόιδιο μ’ άλλα εκατό χιλιάδες αγοράκια. Και δε σε χρειάζομαι. Κι ούτε εσύ με χρειάζεσαι. Για σένα δεν είμαι παρά μια αλεπού ίδια μ’ εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Αν όμως μ’ εξημερώσεις, θα χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο. Θα είσαι για μένα μοναδικός στον κόσμο. Θα είμαι για σένα μοναδική στον κόσμο…
- Αρχίζω να καταλαβαίνω, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Ξέρω ένα λουλούδι… νομίζω πως μ’ εξημέρωσε…
- Πολύ πιθανόν, είπε η αλεπού. Βλέπει κανείς στη Γη τα πιο τρελά πράματα…
- Α, δεν είναι στη Γη, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
Η αλεπού φάνηκε πολύ παραξενεμένη:
- Σ’ έναν άλλο πλανήτη;
- Ναι.
- Υπάρχουν κυνηγοί σ’ εκείνο τον πλανήτη;
- Όχι.
- Ενδιαφέρον. Και κότες;
- Όχι.
- Τίποτα δεν είναι τέλειο, αναστέναξε η αλεπού.
Όμως η αλεπού ξαναγύρισε στην προηγούμενη σκέψη της:
- Η ζωή μου είναι μονότονη. Κυνηγάω κότες, οι άνθρωποι με κυνηγάν. Όλες οι κότες μοιάζουν κι όλοι οι άνθρωποι μοιάζουν. Γι’ αυτό λοιπόν, βαριέμαι λίγο. Αν όμως μ’ εξημερώσεις, η ζωή μου θα γίνει ηλιόλουστη. Θ’ αναγνωρίζω το θόρυβο ενός βήματος διαφορετικού απ’ όλα τα’ άλλα. Τα άλλα βήματα θα με κάνουν να κρύβομαι κάτω απ’ τη γη. Το δικό σου, σαν μουσική, θα με τραβάει έξω απ’ τη φωλιά μου. Κι έπειτα κοίτα. Βλέπεις εκεί πέρα, τα χωράφια με το στάρι; Δεν τρώω ψωμί. Το στάρι για μένα είναι άχρηστο. Τα χωράφια με το στάρι δε μου θυμίζουν τίποτα. Κι αυτό είναι λυπηρό. Όμως εσύ έχεις μαλλιά χρυσαφένια. Θα είναι υπέροχο λοιπόν όταν θα με έχεις εξημερώσει. Το στάρι, που είναι χρυσαφένιο, θα μου θυμίζει εσένα. Και θα μ’ αρέσει ν’ ακούω τον άνεμο μέσα στα στάχυα…
Η αλεπού σώπασε και κοίταξε ώρα πολλή το μικρό πρίγκιπα:
- Σε παρακαλώ… εξημέρωσέ με, είπε.
- Το θέλω, απάντησε ο μικρός πρίγκιπας, αλλά δεν έχω πολύ χρόνο. Έχω ν’ ανακαλύψω φίλους και πολλά πράματα να γνωρίσω.
- Γνωρίζουμε μονάχα τα πράματα που εξημερώνουμε, είπε η αλεπού. Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίζουν τίποτα. Τ’ αγοράζουν όλα έτοιμα απ’ τους εμπόρους. Επειδή όμως δεν υπάρχουν έμποροι που να πουλάν φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους. Αν θέλεις ένα φίλο, εξημέρωσέ με.
- Τι πρέπει να κάνω; είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Χρειάζεται μεγάλη υπομονή, απάντησε η αλεπού. Στην αρχή θα καθίσεις κάπως μακριά μου, έτσι, στο χορτάρι. Θα σε κοιτάζω με την άκρη του ματιού κι εσύ δε θα λες τίποτα. Ο λόγος είναι πηγή παρεξηγήσεων. Κάθε μέρα, όμως, θα μπορείς να κάθεσαι όλο και πιο κοντά…
Την επομένη ο μικρός πρίγκιπας ξαναήρθε.
- Θα ήταν καλύτερα αν ερχόσουν την ίδια πάντα ώρα, είπε η αλεπού. Αν έρχεσαι, για παράδειγμα, στις τέσσερις τα’ απόγευμα, από τις τρεις θ’ αρχίζω να είμαι ευτυχισμένη. Όσο περνάει η ώρα τόσο πιο ευτυχισμένη θα νιώθω. Στις τέσσερις πια θα κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα και Θ’ ανησυχώ. Θ’ ανακαλύψω την αξία της ευτυχίας. Αν έρχεσαι όμως όποτε λάχει, δε θα ξέρω ποτέ τι ώρα να φορέσω στην καρδιά μου τα γιορτινά της… Χρειάζεται κάποια τελετή.
- Τι πάει να πει τελετή; είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Είναι κι αυτό κάτι που έχει ξεχαστεί από καιρό, είπε η αλεπού. Είναι αυτό που κάνει μια μέρα να μη μοιάζει με τις άλλες, μια ώρα με τις άλλες ώρες. Υπάρχει, για παράδειγμα, μια τελετή στους κυνηγούς. Χορεύουν την Πέμπτη με τα κορίτσια του χωριού. Η Πέμπτη λοιπόν είναι υπέροχη μέρα. Πάω και κάνω βόλτα ίσαμε τ’ αμπέλι. Αν οι κυνηγοί χόρευαν οποτεδήποτε, οι μέρες θα έμοιαζαν όλες, κι εγώ δε θα είχα ποτέ διακοπές.
Έτσι ο μικρός πρίγκιπας εξημέρωσε την αλεπού. Κι όταν πλησίασε η ώρα του αποχωρισμού:
- Αχ, είπε η αλεπού… Θα κλάψω.
- Εσύ φταις, είπε ο μικρός πρίγκιπας, εγώ δεν ήθελα το κακό σου, εσύ θέλησες να σε εξημερώσω…
- Σωστά, είπε η αλεπού.
- Όμως θα κλάψεις, είπε ο μικρός πρίγκιπας.
- Σωστά, είπε η αλεπού.
- Τι κέρδισες λοιπόν;
- Κέρδισα, είπε η αλεπού, το χρώμα του σταριού.
Έπειτα πρόσθεσε:
- Πήγαινε να ξαναδείς τα τριαντάφυλλα. Θα καταλάβεις πως το δικό σου είναι μοναδικό στον κόσμο. Θα ξανάρθεις να με αποχαιρετήσεις και θα σου χαρίσω ένα μυστικό.
Ο μικρός πρίγκιπας πήγε να ξαναδεί τα τριαντάφυλλα.
- Δε μοιάζετε καθόλου με το δικό μου τριαντάφυλλο, δεν είσαστε τίποτα ακόμα, τους είπε. Κανείς δε σας έχει εξημερώσει και δεν έχετε εξημερώσει κανέναν. Είσαστε όπως ήταν η αλεπού μου. Μια αλεπού ίδια μ’ άλλες εκατό χιλιάδες. Γίναμε όμως φίλοι και τώρα είναι μοναδική στον κόσμο.
Και τα τριαντάφυλλα στέκονταν θιγμένα.
- Είσαστε όμορφα, όμως είσαστε άδεια, τους είπε ακόμα. Δεν πεθαίνει κανείς για σας. Βέβαια, το δικό μου τριαντάφυλλο ένας απλός περαστικός θα έλεγε πως σας μοιάζει. Όμως εκείνο μόνο του έχει περισσότερη σημασία απ’ όλα εσάς, αφού εκείνο είναι που πότισα. Αφού εκείνο έβαλα κάτω απ’ τη γυάλα. Αφού εκείνο προστάτεψα με το παραβάν. Αφού σ’ εκείνο σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δυο τρεις για να γίνουν πεταλούδες). Αφού εκείνο άκουσα να παραπονιέται ή να κομπάζει ή κάποιες φορές ακόμα να σωπαίνει. Αφού είναι το τριαντάφυλλό μου.
Και ξαναγύρισε στην αλεπού:
- Αντίο, είπε…
- Αντίο, είπε η αλεπού. Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν.
- Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
- Είναι ο χρόνος που ξόδεψες για το τριαντάφυλλό σου που το κάνει τόσο σημαντικό.
- Είναι ο χρόνος που ξόδεψα για το τριαντάφυλλό μου…, είπε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
- Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτή την αλήθεια, είπε η αλεπού. Εσύ όμως δεν πρέπει να την ξεχάσεις. Θα είσαι υπεύθυνος για πάντα για ό,τι έχεις εξημερώσει. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου…
- Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό μου…, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας για να το θυμάται.
αντιγραφή από http://www.personal.psu.edu/users/f/s/fsl/LittlePrince
Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2009
Εκλογες 2009
ποιος φταίει;
ποιός φταίει και δεν μπορείς να νιώθεις ασφαλής στη χώρα σου;
ποιός φταίει και ερήμωσε όλη η εκτός των τειχών χώρα;
ποιός φταίει και φεύγουν τα σημαντικότερα πνεύματα στην αμερική ή και στην γερασμένη ευρώπη;
ποός φταίει που δεν παράγεται τίποτα παρά από ελάχιστους ονειροπόλους κι εκτός συστήματος;
ποιός φταίει που αποφοιτούν επιστήμονες και μοιράζουν πίτσες;
ποός φταίει που φτιάχνουν πίτσες μόνον αλλοδαποί;
ποιός φταίει που στις στιγμές του πόνου ο πολίτης σωριάζεται σε ράντζα, αναμένει μέχρι η πιθανότητα του μοιραίου να αποκλειστεί ή όχι απ την ίδια την τύχη, κι όταν δεήσει να τύχει περιθάλψεως οφείλει να πικραθεί ξανά ξεπουλώντας το βιός του;
ποιός φταίει που χιλιάδες σκυφτά ανθρωπάκια κάνουν μια δουλειά που δεν τους αρέσει διόλου, μεταβαλλόμενοι σε κυνικες μάσκες, επειδή γατζώνονται από μια καρέκλα που ξέρουν πως αν την αφήσουν, δεν θα βρουν τίποτα να κάνουν;
ποιός φταίει που δεν ονειρεύεται ο νέος μέσος άνθρωπος;
ποιός φταίει που τα σχολεία απαξιώθηκαν και από κυψέλες πολιτισμού έγιναν πασαρέλες προβολής της περιρρέουσας φτήνιας και χυδαιότητας;
ποιός φταίει που κανείς δεν ντρέπεται για την παρακμή του και την έλλειψη ηθικού υποκειμένου;
ποιός φταίει που διατυπώνεται ευθέως πως καλά αυτός είναι άσσος στην παρανομία.
ποιός φταίει που ό,τι κι άν συμβεί, έχει ή δεν έχει αξία αν προβληθεί από τα ΜΜΕ
ποιός φταίει που κανείς δεν εμπιστεύεται κανένα θεσμό;
ποιός φταίει για όλη αυτή την ισοπέδωση;
ποιός φταίει που όλοι νομίσαμε πως χωρίς κανένα κόπο, καμια θυσία,καμιά γνώση,
κανένα αγώνα και βάσανο μπορούμε να εκτιθέμεθα ως δημιουργοί, ως πολιτικοί, ως καλλιτέχνες.
ποιός φταίει κι αλλοτριωθήκαμε τόσο πολύ ;
ποιός φταίει και φοβόμαστε τόσο πολύ το αύριο;
ποιός φταίει και περπατάμε μεσα σε δρόμους με σκουπίδια, σε πεζοδρόμια σπασμένα κι ανύπαρκτα;
ποιός φταίει και βλέπουμε τις πόλεις που αγαπήσαμε, τα μέρη που μεγαλώσαμε, ένα ατέλειωτο χαρμάνι τσαντιρομαχαλάδων, με τέρατα βρώμικες πολυκατοικίες
ποιός φταίει που ζηλεύουμε όταν πάμε αλλού, κι είναι καθαρά, μας σέβονται στις συναλλαγές, μας μιλανε στον πληθυντικό, μας περιθάλπουν στα επείγοντα των νοσοκομείων τους αμέσως, χωρίς ...
ποιός φταίει που 35 ολόκληρα χρόνια δεν μπορεσε να μπει σ ένα τομέα έστω βάση ισχυρή και σταθερή ενός σύγχρονου ευρωπαικού κράτους
Και δεν θα μιλήσω για τις συνακόλουθες πολιτισμικές αξίες και τους κοινωνικούς ιστούς!
Καλη σας μέρα.Αλλά είμαστε ακόμα ζωντανοί στη σκηνή
Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2009
σχολειο
μελισσο-σμήνος καλή χρονιά.παρα τις ελλείψεις σε προσωπικό διδασκόντων, σε κτιριακές υποδομές για να μη μιλήσουμε για τις βαθύτερες και πραγματικές ελλείψεις , τουλάχιστον σήμερα, εσείς κοιτάξτε να ρουφήξετε τη γνώση, να ψηλώνετε τα όνειρα, να μην μας μοιάζετε.κοιτάξτε να τραβήξετε μπροστά 'εστω κι ερήμην μας αφού σταθήκαμε ανίκανοι εν καιρώ ειρήνης κι ευδαιμονίας να σας εξοπλίσουμε με στέρεες γνώσεις, ήθος, αρχές, ιδανικά κι οράματα. κοιτάξαμε καλύτερα να βολέψουμε τις ψευδεπίγραφες επιπλωμένες ευτυχίες μας, σας κλειδώσαμε εκεί μέσα ως πάνινα αρκούδια και σας ζητήσαμε ένα κυνήγι επιδερμικότητας, ανάλογο με το δικό μας, χωρίς να μετρήσουμε τις ψυχές σας.
έτσι κι εσείς ,νιώθω,μας απαξιώσατε , μας απαξιώνετε βλέποντάς μας σχεδόν αστείους αλλά υπέρμαχους του τίποτα που καταφέραμε να έχουμε.
Το κέρδος σας θαναι να ανοίξετε δρόμους και να βρείτε στον κόσμο της γνώσης τις ισορροπίες και το οπλοστάσιο που θα σας χρειαστεί. ΚΑΛΗ ΑΡΧΗ
Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009
Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009
ολα είναι ένα
Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009
Απιστια
Πολλά άρα Ομήρου επαινούντες, αλλά τούτο
ουκ επαινεσόμεθα... ουδέ Αισχύλου, όταν φη η
Θέτις τον Απόλλω εν τοις αυτής γάμοις άδοντα
«ενδατείσθαι τας εάς ευπαιδίας,
νόσων τ' απείρους και μακραίωνας βίους.
Ξύμπαντά τ' ειπών θεοφιλείς εμάς τύχας
παιών' επευφήμησεν, ευθυμών εμέ.
Καγώ το Φοίβου θείον αψευδές στόμα
ήλπιζον είναι, μαντική βρύον τέχνη:
Ο δ', αυτός υμνών,......
αυτός εστιν ο κτανών
τον παίδα τον εμόν».
Πλάτων, Πολιτείας, Β
Σαν πάντρευαν την Θέτιδα με τον Πηλέα
σηκώθηκε ο Απόλλων στο λαμπρό τραπέζι
του γάμου, και μακάρισε τους νεονύμφους
για τον βλαστό που θάβγαινε απ' την ένωσί των.
Είπε· Ποτέ αυτόν αρρώστια δεν θαγγίξει
και θάχει μακρυνή ζωή. -Αυτά σαν είπε, η Θέτις
χάρηκε πολύ, γιατί τα λόγια
του Απόλλωνος που γνώριζε από προφητείες
την φάνηκαν εγγύησις για το παιδί της.
Κι όταν μεγάλωνεν ο Αχιλλεύς, και ήταν
της Θεσσαλίας έπαινος η εμορφιά του,
η Θέτις του θεού τα λόγια ενθυμούνταν.
Αλλά μια μέρα ήλθαν γέροι με ειδήσεις,
κ' είπαν τον σκοτωμό του Αχιλλέως στην Τροία.
Κ' η Θέτις ξέσχιζε τα πορφυρά της ρούχα
,κ' έβγαζεν από πάνω της και ξεπετούσε
στο χώμα τα βραχιόλια και τα δαχτυλίδια.
Και μες στον οδυρμό της τα παληά θυμήθη·
και ρώτησε τι έκαμνε ο σοφός Απόλλων,
που γύριζεν ο ποιητής που στα τραπέζια
έξοχα ομιλεί, που γύριζε ο προφήτης
όταν τον υιό της σκότωναν στα πρώτα νειάτα.
Κ' οι γέροι την απήντησαν πως ο Απόλλων
αυτός ο ίδιος εκατέβηκε στην Τροία
,και με τους Τρώας σκότωσε τον Αχιλλέα.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
ουκ επαινεσόμεθα... ουδέ Αισχύλου, όταν φη η
Θέτις τον Απόλλω εν τοις αυτής γάμοις άδοντα
«ενδατείσθαι τας εάς ευπαιδίας,
νόσων τ' απείρους και μακραίωνας βίους.
Ξύμπαντά τ' ειπών θεοφιλείς εμάς τύχας
παιών' επευφήμησεν, ευθυμών εμέ.
Καγώ το Φοίβου θείον αψευδές στόμα
ήλπιζον είναι, μαντική βρύον τέχνη:
Ο δ', αυτός υμνών,......
αυτός εστιν ο κτανών
τον παίδα τον εμόν».
Πλάτων, Πολιτείας, Β
Σαν πάντρευαν την Θέτιδα με τον Πηλέα
σηκώθηκε ο Απόλλων στο λαμπρό τραπέζι
του γάμου, και μακάρισε τους νεονύμφους
για τον βλαστό που θάβγαινε απ' την ένωσί των.
Είπε· Ποτέ αυτόν αρρώστια δεν θαγγίξει
και θάχει μακρυνή ζωή. -Αυτά σαν είπε, η Θέτις
χάρηκε πολύ, γιατί τα λόγια
του Απόλλωνος που γνώριζε από προφητείες
την φάνηκαν εγγύησις για το παιδί της.
Κι όταν μεγάλωνεν ο Αχιλλεύς, και ήταν
της Θεσσαλίας έπαινος η εμορφιά του,
η Θέτις του θεού τα λόγια ενθυμούνταν.
Αλλά μια μέρα ήλθαν γέροι με ειδήσεις,
κ' είπαν τον σκοτωμό του Αχιλλέως στην Τροία.
Κ' η Θέτις ξέσχιζε τα πορφυρά της ρούχα
,κ' έβγαζεν από πάνω της και ξεπετούσε
στο χώμα τα βραχιόλια και τα δαχτυλίδια.
Και μες στον οδυρμό της τα παληά θυμήθη·
και ρώτησε τι έκαμνε ο σοφός Απόλλων,
που γύριζεν ο ποιητής που στα τραπέζια
έξοχα ομιλεί, που γύριζε ο προφήτης
όταν τον υιό της σκότωναν στα πρώτα νειάτα.
Κ' οι γέροι την απήντησαν πως ο Απόλλων
αυτός ο ίδιος εκατέβηκε στην Τροία
,και με τους Τρώας σκότωσε τον Αχιλλέα.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2009
νοσταλγια
με την πρωτη σταγονα της βροχης σκοτώθηκε το καλοκαίρι....
kyriaz.blogspot.com
http://3.bp.blogspot.com/_
Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009
καταιγιδα
Καταιγίδα. η πρώτη μετα το καλοκαίρι. μέσα σε ποικίλες καταιγίδες του συνολικού σκηνικού των ημερών. κι έφερε μαζί του το φθινόπωρο καινούργια πράγματα, καινούργια αρχή κι απαίτηση να μείνει πίσω ό,τι πήρε μαζί της η προηγούμενη χρονιά. να μείνουν μόνο οι γλυκιές εμπειρίες ακόμα κι από πικρα,οδυνηρά πράγματα που ζήσαμε έντονα αν άξιζαν κι είχαν καταγραφεί μέσα μας.γλυκά, ήρεμα, στωικά να αποδεχόμαστε.. Αλλωστε "γερνώ σημαίνει και περνάω απ το Πάθος στη συμπάθεια, γιατί έρχεται πάντα η στιγμή που τα όντα παύουν να παλεύουν και να διχάζονται και τελικα δέχονται να αγαπήσουν το ένα το άλλο γι αυτό που είναι το βασίλειο των ουρανών"
Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009
So lovely to see but need to be saved
"It rained the whole day
he spent at his lover's grave
said his goodbyes to her family and friends
packed his things in a rusted car
and rode off in the rain
came upon a church in ruin
with an old man dwelling within
Who said,
"watch where you stray my friend"
Old man spoke of meanings lost and without name
never shifting from their worn and weathered place
what was found in the endless serach
for truth behind the tale
beneath the ash and ember lies only one story to tell
Watch where you stray my friend
There's a flower that grows in a cave
so lovely to see but need to be saved
its beautiful blossom will wither and die
if ever this flower leave the darkness for daylight
"Calexico Stray (1998)
"
Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009
το ταξίδι
Παντα θαρρούσα , είχα τακτοποιημένα μέσα μου τα ταξίδια ως αναψυχή, ως εμπειρία νεων πραγμάτων, ως συνάντηση καινούργιων ανθρώπων και νοοτροπιών και πολιτισμών, ως αγωγή της ψυχής και του πνεύματος.
Και πέρασαν χρόνια πολλά. Κι έγιναν ταξίδια πολλά. "Κι ανθρώπων ίδεν άστεα και τρόπον έγνω", και με γαλήνη και με τρικυμίες και σε μοναχικές περιόδους της ζωής και σε μαγικές στιγμές, έγιναν ταξίδια και αποδράσεις. Κάτι όμως πάντα διέφευγε. Κάτι δεν το όριζαν τα παραπάνω, δεν το περιέκλειε η γνώση του ξέρω τι κάνω και γιατί το κάνω. Μια μόνιμη αίσθηση παράξενης ξενιτιάς,ανεξήγητης.
Τυχαία αυτόν τον καιρό βρεθήκαμε ένα βράδυ σ ένα παλιό στέκι ψηλά στη Μασσαλίας στην Αθήνα. Κι είπαμε μεταξύ πολλών για το ακαθόριστο του ταξιδιού. Μούφερες να διαβάσω Καμύ, κάτι που μου απάντησε την μόνιμη ελλειψή μου. Είναι άσκηση λέει λοιπόν ο Καμύ το ταξίδι, κι ο φόβος το αποτιμά.
Κάποια δεδομένη στιγμή σε μια ξένη χώρα, γυρεύουμε να αγγίξουμε άλλους ανθρώπους και μας πιάνει ένας ακαθόριστος φόβος να ξαναβρούμε παλιές συνήθειες σε παλιά περιβάλλοντα και λημέρια μας.Είμαστε ανοιχτοί και σαν εμπύρετοι, ευάλωτοι σε όποια σύγκρουση, που μας συγκλονίζει σαν φως που μας φέρνει μπροστα στην αιωνιότητα.
Καταλήγει λοιπόν ο Καμύ πως "ταξιδεύει κανείς για τη μόρφωσή του, αν με τον όρο μόρφωση εννοούμε την όξυνση της πιο μύχιας αίσθησής μας, της αίσθησης της αιωνιότητας."
Αλλιώς, περιπλανώμενη ή καρφωμένη τον ίδιο φόβο πολεμώ δηλαδή την ώρα που μπαίνεις σε λιμάνια πρωτοειδωμένα, στους ίδιους δρόμους θα γυρνάς και στις γειτονιές τις ίδιες θα γερνας, όπως λέει ο Καβάφης.
Και πέρασαν χρόνια πολλά. Κι έγιναν ταξίδια πολλά. "Κι ανθρώπων ίδεν άστεα και τρόπον έγνω", και με γαλήνη και με τρικυμίες και σε μοναχικές περιόδους της ζωής και σε μαγικές στιγμές, έγιναν ταξίδια και αποδράσεις. Κάτι όμως πάντα διέφευγε. Κάτι δεν το όριζαν τα παραπάνω, δεν το περιέκλειε η γνώση του ξέρω τι κάνω και γιατί το κάνω. Μια μόνιμη αίσθηση παράξενης ξενιτιάς,ανεξήγητης.
Τυχαία αυτόν τον καιρό βρεθήκαμε ένα βράδυ σ ένα παλιό στέκι ψηλά στη Μασσαλίας στην Αθήνα. Κι είπαμε μεταξύ πολλών για το ακαθόριστο του ταξιδιού. Μούφερες να διαβάσω Καμύ, κάτι που μου απάντησε την μόνιμη ελλειψή μου. Είναι άσκηση λέει λοιπόν ο Καμύ το ταξίδι, κι ο φόβος το αποτιμά.
Κάποια δεδομένη στιγμή σε μια ξένη χώρα, γυρεύουμε να αγγίξουμε άλλους ανθρώπους και μας πιάνει ένας ακαθόριστος φόβος να ξαναβρούμε παλιές συνήθειες σε παλιά περιβάλλοντα και λημέρια μας.Είμαστε ανοιχτοί και σαν εμπύρετοι, ευάλωτοι σε όποια σύγκρουση, που μας συγκλονίζει σαν φως που μας φέρνει μπροστα στην αιωνιότητα.
Καταλήγει λοιπόν ο Καμύ πως "ταξιδεύει κανείς για τη μόρφωσή του, αν με τον όρο μόρφωση εννοούμε την όξυνση της πιο μύχιας αίσθησής μας, της αίσθησης της αιωνιότητας."
Αλλιώς, περιπλανώμενη ή καρφωμένη τον ίδιο φόβο πολεμώ δηλαδή την ώρα που μπαίνεις σε λιμάνια πρωτοειδωμένα, στους ίδιους δρόμους θα γυρνάς και στις γειτονιές τις ίδιες θα γερνας, όπως λέει ο Καβάφης.
Η εικονα απο το: filmfiles.gr
Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009
εκ του πλησιον
Να χαράζεσαι στη ζωή τόσο προσεκτικά, που να μη ματώνει ποτέ η ευλάβεια.
Πιο κοντός από τη λύπη του ο άνθρωπος.
Στα ερείπια συχνάζουν οι μέλισσες και οι πρώην ιδέες
Και διαμάντι στα δυο φτάνει να κόψει ένα μαχαίρι, αρκεί να ναι από συμφέρον.
Οι πενταροδεκάρες της ατιμίας που μήτε τις παίρνεις είδηση αποτελούν εντούτοις, όπως το αντίστροφο του εράνου, την απώλεια του μισού κεφαλαίου σου.
Η ασχήμια δεν αφορά την όραση, όσο τη συμπεριφορά. ένα βάναυσο σκούντημα τοποθετείται στον αντίποδα της Femme Fleur του Πικάσσο.
Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)